12.12.11

Η πουά ομπρέλα…


Απεχθάνομαι τις στιγμές που συνειδητοποιώ οτι κάτι έχω ξεχάσει. Κι όταν λέω «κάτι», δεν εννοώ να στείλω ένα mail, ή να πάρω τηλέφωνο κάποιον. Εννοώ ότι έχω ξεχάσει ένα πράγμα (ένα τρύκ, που λένε και οι Γάλλοι). Δεν έχει σημασία αν το απολεσθέν είναι μεγάλης αξίας ή το έχεις πάρει από τους γύφτους… Και το πιθανότερο είναι να μπορείς άνετα να ζήσεις χωρίς αυτό. Το θέμα είναι, αυτό το συναίσθημα που σου δημιουργεί η απώλειά του… Εκεί που αρχίζεις να αφηνιάζεις με τον εαυτό σου και θες να αυτομαστιγωθείς.  

Απώλεια 1: Ήμουν περίπου τεσσάρων χρονών, είχαμε πάει με τους γονείς μου διακοπές στη Σκιάθο. Δε θυμάμαι τίποτα από αυτά που θα διηγηθώ, δεν ξέρω αν φταίει η ηλικία ή το σοκ. Έχω δει όμως τη μαμά μου να μαλλιοτραβιέται όταν το θυμάται. Στα 4 ήμουν μια μπρονζέ μπουκίτσα, τα μαλλιά μου είχαν φυσικές αντάγιες από τον ήλιο, τα μάτια μου φαινόντουσαν τεράστια, γενικά με έλεγες χαριτωμένη και αρκετά κοκέτα. Η ξαδέρφη μου η Daisy μέχρι σήμερα με κοροιδεύει για τη συνήθεια που είχα τότε. Καθόμουν, λένε, στην άκρη της πισίνας, με το ένα πόδι μέσα και το άλλο έξω, και πριν ρίξω βουτιά, έβγαζα από το τσαντάκι μου (???) ένα πλαστικό, ψεύτικο κραγιόν (?>?) κοιτιόμουν στον καθρέπτη- αυτοκόλλητο (??) του υποτιθέμενου νεσεσέρ μου (?) έκανα ότι το φοράω (???) και μετά έπεφτα στην πισίνα. Κιουρία, κατάλαβες; Τέλος πάντων, ξεχάστε τη Daisy προς το παρόν, δεν είχε έρθει στη Σκιάθο. Σα σωστή κοκέτα, η μαμά, μου φορούσε ό,τι  μπορούσε για να θρέψει κι άλλο το ψώνιο μου. Αμ δεν κάνουν τα ράσα τον παπά! Φορέματα φρουφρού, λουλουδάκια και χρυσόσκονες στο μαγιό, γαλλικές πλεξούδες κ.ο.κ. Επίσης μου έβαζε τα μπιζού μου… Της άρεσε να μου κρεμάει ό,τι υπήρχε σε γαλάζια ή τυρκουάζ πέτρα. Και κάπως έτσι, έχασα μέσα σε ένα καλοκαίρι στη Σκιάθιο, όλα μου τα μπιζού, από το δαχτυλιδάκι μου μέχρι και τον βαφτιστικό μου σταυρό!

Απώλεια 2: Τον Μάρτιο που θα έκλεινα τα 10 μου χρόνια, βρισκόμουν με το μπαμπά μου στο Παρίσι. Σε αυτή την ηλικία δεν είχα καθόλου γούστο. Μου είχε καρφωθεί ότι πρέπει να φοράω πάνω κάτω ασορτί. Τη μια μέρα λοιπόν, που ήμουν ντυμένη ομελέτα (ή καναρίνι, δεν θυμάμαι ακριβώς την απόχρωση) με κίτρινα από πάνω μέχρι κάτω, είχα πάρει μαζί και μια τσάντα- μαιμού. Ήταν μόδα τότε! (και κίτρινο τρίπατο παπούτσι επίσης… πολύ μόδα τότε). Αυτές οι τσάντες ήταν σαν αρκουδάκια (αλλά σε διάφορα μεγέθη και διαφορετικά ζώα) και η μαιμού ήταν η αγαπημένη μου. Είχα και δαλματίας, αλλά την έβρισκα παιδική (είναι που δεν είχα ασπρόμαυρα παπούτσια να το συνδυάσω). Ήμουν αρκετά μεγάλη για ψεύτικο κραγιόν κι αρκετά μικρή για αληθινό, οπότε μέσα στη μαϊμού μου, είχα απλά 10 φράγκα, το κλειδί του δωματίου και τη θήκη με το μασελάκι μου (το οποίο από την τραγική κακογουστιά μου, είχα πολύχρωμο, αν είναι δυνατό!). Έτσι ξεκίνησα το πρωί από το ξενοδοχείο με τον μπαμπά μου (άλλος αφηρημένος από εκεί) και το απόγευμα που γύρισα πίσω, συνειδητοποίησα ότι έχω αφήσει τη μαιμού σε ένα ταξί! Εννοείται ότι δεν τη βρήκα ποτέ… Και πως εγώ έκλαιγα για τη μαιμού, ενώ οι γονείς μου κόντευαν να πάθουν εγκεφαλικό για το μασελάκι. Χρυσό το πληρώσαμε (τουλάχιστον το επόμενο είχε καλύτερο χρώμα).

Απώλεια 3: Τα τελευταία χρόνια έχω γίνει πιο προσεκτική, και καλά ωρίμασα. Κατά καιρούς έχω αφήσει τα κινητά μου σε καφετέριες, ταξί και μπαρ…Έχω ξεχάσει το αυτοκίνητό μου (δεν θυμάμαι που το έχω παρκάρει). Αλλά αυτά τα ξαναέβρισκα. Μέχρι που σήμερα, μου ήρθε η έμπνευση να πάρω ομπρέλα, μήπως βρέξει. Η ομπρέλα μου ήταν μαύρη με άσπρα πουά, από αυτές τις τεράστιες, που τις χρησιμοποιείς και για μπαστούνι άμα λάχει. Συνάμενη κουνάμενη, κατέβηκα στο κέντρο της Τουλούζης, έκανα φωτοτυπίες, έψαξα για βιβλία, αγόρασα δώρα… και αποφάσισα να κάτσω για καφέ στην κεντρική πλατεία, μόνη κι έρημη. Ακούμπησα τις σακούλες στη διπλανή καρέκλα, πήρα αγκαλιά την τσάντα, έβαλα τα δυο κινητά πάνω στο τραπέζι, γιατί περίμενα τηλεφώνημα από τη Φού. Την ομπρέλα τη σφίνωσα ανάμεσα στις δυο καρέκλες. Ήπια τον καφέ μου, μάζεψα τα συμπράγκαλα, μπήκα σε βιβλιοπωλείο, πήγα για φαγητό, πήγα σούπερ μάρκετ κι όταν γύρισα σπίτι κατάλαβα ότι η ομπρέλα δεν είναι πια μαζί μου… Δεν ήταν και τίποτα αξίας, πάλι καλά, είχε όμως συναισθηματική αξία… Για να την αγοράσω, είχα περπατήσει 3 χιλιόμετρα στον αυτοκινητόδρομο, προσπαθώντας να φτάσω στο ΙΚΕΑ με τη μανούλα… Για όποιον δεν θυμάται ή δε γνωρίζει : http://alexiazed.blogspot.com/2011/07/la-ville-rose-3.html

Θα ήταν λόγος για να σκάσω και να πλαντάξω… αλλά…

4 days left…

No comments:

Post a Comment

Any comments?