14.12.11

Άγγλοι, Γάλλοι...κι ένας Πορτογάλος vol1


Σε κανέναν δεν αρέσουν οι υποχρεώσεις και οι δεσμεύσεις. Οπότε αυτή τη φορά, προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι τελώ χάρη για κάποιον. Ανέλαβα να παραλάβω έναν Πορτογάλο Άγνωστο Χ, από το αεροδρόμιο του Blagnac και να τον πάω στο ξενοδοχείο. Άλλη όρεξη δεν είχα λες, λίγα εικοσιτετράωρα πριν τη δική μου αποχώρηση. Ας το δω σα πρόβα, σκέφτηκα, φόρεσα ένα τρύπιο τζιν, all star, μια ζακέτα κι επειδή το μαλλί ήταν ανεκδιήγητο, καπελώθηκα κι ένα σκούφο. Η αποστολή άλλωστε θα ήταν μικρής διάρκειας… Και θα μου κόστιζε 10 ευρώ για το κωλολεωφορείο, αλλά τέλος πάντων, τι είναι 10 ευρώ μπρος στη χαρά της εξυπηρέτησης.

Νωρίτερα το απόγευμα, είχαν πέσει στοιχήματα για το «δέμα». Κανείς δεν ήξερε τι ηλικίας είναι ο κύριος που θα συνόδευα μέχρι το ξενοδοχείο. «Κοίτα μην είναι κανένα χούφταλο και τον πάς στράτα- στρατούλα…», κορόιδευε η Sindy. «Φαντάζεσαι να είναι νέος και ωραίος;», οραματιζόταν η Φού.

Έφτασα ως συνήθως πολύ νωρίτερα, αν και η πτήση δεν είχε καθυστέρηση. Αποφάσισα να φάω κάτι στην καφετέρια όσο θα περίμενα (γουρούνα). Μετά αποφάσισα να φάω και κάτι ακόμα, γιατί είχα άλλα είκοσι λεπτά αναμονή (γουρουνάρα). Ακριβό το φαγητό του αεροδρομίου, έμεινα με 5 ευρώ, ίσα ίσα για το εισιτήριό μου. Κι όπως είπα, το αεροπλάνο δεν είχε καθυστέρηση, αλλά έχετε ακούσει αεροπλάνο να έρχεται πριν την ώρα του; Εγώ ποτές! Έτρωγα τη γλυκάρα μου με το πάσο μου και αφού τελείωσα, πήγα να στηθώ στην έξοδο, κρατώντας το ταμπελάκι με το όνομα του Πορτογάλου. Διάφοροι τουρίστες έτρεχαν πέρα δώθε με τις βαλίτσες τους κι ένας κύριος είχε μείνει ξέμπαρκος να κοιτάζει ανήσυχα γύρω του. «Αυτός είναι!», σκέφτηκα «πως διάολο έφτασε νωρίτερα;», αναρωτήθηκα, «πόση ώρα να περιμένει σα χάνος; Λες να με είδε να βγαίνω από την καφετέρια; Λες να έχει κολλήσει τίποτα στα δόντια μου;». Πριν προλάβω να τον ρωτήσω, είδε το όνομά του κι ήρθε καταπάνω μου. «Εγώ είμαι!», είπε ολίγον δυσαρεστημένος. First impression: Ελληναρού, ποτέ στην ώρα της. Που να ήξερε πόση ώρα πριν είχα φτάσει και χλαπάκιαζα…

Αφού περιμέναμε όρθιοι μια ώρα στο κρύο, το λεωφορείο – δε φταίω εγώ, η διοίκηση του Πανεπιστημίου φταίει, που δε μας νοίκιασε λίμο- ο κυριούλης στρογγυλοκάθισε και δεν έκανε καμία κίνηση να βγάλει λεφτά από την τσάντα του. Δεν είχα πάρει χαμπάρι, νόμιζα ότι θα πληρώσει το εισιτήριο μετά. Πλήρωσα το δικό μου, έκατσα δίπλα του και τον κοίταξα με νόημα. «Εντάξει ε;», είπε και γύρισε το κεφάλι από την άλλη, εντελώς αδιάφορα. Ότι δηλαδή τι; Του είχα υποχρέωση να του το πληρώσω εγώ;;; «Ναι, ναι, μια χαρά!», του είπα και τον άφησα λαθρεπιβάτη κανονικότατα. Πάλι καλά που δεν υπήρξε ελεγκτής…

Φτάνουμε στο ξενοδοχείο (ο Θεός να το κάνει, τσίπηδες Γάλλοι!) και από την καλή μου την καρδιά, προτίθεμαι να μιλήσω στον ρεσεψιονίστα για να συνεννοηθώ στα Γαλλικά. Γρί ο Προτογάλος από γαλλικά. Του δίνω το κλειδί του, του δείχνω με το δάχτυλο το ασανσέρ, τον καληνυχτίζω κι είμαι έτοιμη να ανοίξω την πόρτα να φύγω. «Πάμε για φαγητό; Πεινάω», είπε με puppy eyes. Ε, ρε που έμπλεξα, σκέφτηκα από τη μια, πόσο να φάω απόψε, από την άλλη. Δεν μπορούσα να του αρνηθώ, ήταν νηστικός. Αυτή η εξυπηρέτηση θα μου κοστίσει όσο τα βαφτίσια του μελλοντικού παιδιού μου. «Τι θα θέλατε να φάμε;», ρωτάω ευγενικά, αλλά είχα ήδη αποφασίσει που θα τον πάω. «Μακ ντόναλντς; Είναι τυπικό στη Γαλλία!», είπε ειρωνικά. Σημειώσατε ότι δεν χωνεύει καθόλου τους Γάλλους, σιχαίνεται τη γλώσσα και απεχθάνεται το τυρί. Ε, όχι και μακ ντόλαντς στη Γαλλία, αν είναι δυνατό! (την άλλη μέρα μου είπε ότι είναι στην 1η βδομάδα της δίαιτάς του… κατάλαβες). «Ωμό κρέας τρώς;», τον ρώτησα κι έγνεψε καταφατικά. Για να μην είμαι γαϊδούρα, εκτός από γουρούνα, τράβηξα και λεφτά από το ATM.

Και κάπως έτσι, κατέληξα να τρώω πάλι στην entrecote, φορώντας πάντα το σκουφί… 

No comments:

Post a Comment

Any comments?