10.4.17

#zednyc: Έρωτας στη Νέα Υόρκη Vol2

Καταρχήν ό,τι έμεινε στο πιάτο έσπευσε να το αποτελειώσει ο Κινέζος. «Και νόμιζα ότι οι Ασιάτες είναι ολιγόφαγοι…», ψιθύρισε η φιλοξενούμενη στον αγαπητικό της. Όταν ήρθε ο λογαριασμός έγινε σαφές γιατί ο Κινέζος έγλειψε τα πιάτα. Σε αυτές τις τιμές, θα έπρεπε να πάρουν και τα σερβίτσια προίκα τους. «Εεε.. βασικά, δεν είναι μόνο αυτά… Είναι και το ταξ και το τιπ». Ο λογαριασμός τώρα φούσκωσε ακόμη περισσότερο, γεγονός που οδήγησε τους φιλοξενούμενους στη λύση του Mc Donald.

Μετά το γεύμα αποφάσισαν να κάνουν μια οικονομικότερη τουριστική δραστηριότητα. Περπάτησαν όλο το Highline μέχρι το Central Park. Πρώτο μέλημα του Κινέζου, όλες τις ώρες που διήρκεσε η βόλτα, ήταν να κουκουλώνει την καλή του στην κυριολεξία, καθότι ο αέρας της κατέβαζε την κουκούλα του μπουφάν και υπήρχε κίνδυνος να πουντιάσει. Κάθε λίγο και λιγάκι, άπλωνε στοργικά το χέρι του και επανατοποθετούσε την κουκούλα στο κεφάλι της, ενόσω εκείνη άνοιγε το βήμα, περπατούσε και κοίταζε στην ευθεία της νευρικά. «Baby μου, I ‘ll kill you!», τον απειλούσε άλλοτε πιο παιχνιδιάρικα κι άλλοτε πιο θυμωμένα. Στο τέλος της διαδρομής ένιωθαν τα στομάχια τους άδεια, σαν να μην έφαγαν ποτέ τίποτε.

Αν και οι τρεις από τους τέσσερις ήταν Έλληνες, είχαν καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να επικοινωνούν στα αγγλικά, για να μπορεί να παρακολουθήσει ο Κινέζος. Τις περισσότερες φορές όμως, παρότι οι φιλοξενούμενοι θέλανε πολύ να σχολιάσουν στα ελληνικά, όπως κάθε σωστός ελληνάρας, ο Κινέζος έδειχνε αδιάφορος προς τα λεγόμενά τους, σε όποια γλώσσα κι αν ήταν αυτά. Βυθιζόταν μέσα στο κινητό του και που και που διέκοπτε, για να δείξει στην καλή του, «Oh no, baby, another Chinese video? Baby, I’ll kill you! I’ll kill you!». Η καλή του δυσανασχετούσε, μα η φιλοξενούμενή της που την ήξερε πολλά χρόνια και πολύ καλά, δεν μπορούσε να διαβάσει πραγματικό θυμό στη φωνή της. Οι φιλοξενούμενοι συνέχισαν τη βόλτα, ενώ οι ερωτευμένοι επέστρεψαν στο σπίτι.

«Να πιούμε μια κόκα κόλα στην Times Square!», πρότεινε ο φιλοξενούμενος. Πράγματι, τα τουριστάκια έβγαλαν αμέτρητες σέλφι στην πλατεία, πίνοντας κόκακόλα και κάνοντας αστειάκια και αργά το βράδυ επέστρεψαν στο σπίτι, κατηφορίζοντας την 6η λεωφόρο και όχι λοξά, όπως τους έδειξε ο Κινέζος το προηγούμενο βράδυ. Τους φάνηκε πιο απλή η επιστροφή, ή απλώς ήταν πιο ξεκούραστοι από την προηγουμένη, που είχαν ταξιδέψει.

Όταν μπήκαν πια στο σπίτι, θα ήταν 10 το βράδυ, ο Κινέζος ήταν σκαρφαλωμένος στο παράθυρο του 14ου ορόφου και φυσούσε απαλά τον καπνό του τσιγάρου του προς τα έξω. Η καλή του πήγαινε κι ερχόταν στο διάδρομο της κουζίνας, κρατώντας μια τεκίλα στο χέρι και τον μάλωνε για κάποια σοβαρή παράβαση, τα τουριστάκια δεν είχαν καταλάβει τι ακριβώς, αλλά εκείνος παρέμενε ζεν. «Τι πρόβλημα υπάρχει;», ρώτησε η φιλοξενούμενη δειλά, όταν ο Κινέζος είχε πια απομακρυνθεί για να επισκεφθεί το λουτρό. «Α, τίποτα… Μάλλον είμαστε πολύ ερωτευμένοι, γι’ αυτό μαλώνουμε συνέχεια!», της απάντησε γλυκά η φίλη της.

Το δεύτερο βράδυ στη Νέα Υόρκη, οι φιλοξενούμενοι έπεσαν ξεροί στο κρεβάτι τους για ύπνο από τις 11 και τους νανούριζε μια φωνούλα από το σαλόνι, πίσω από την κλειστή πόρτα, «Baby μου, I’ll kill you! I’ll kill you!».

No comments:

Post a Comment

Any comments?