1.7.16

Η Συμμορία του Μαρκαδόρου – Απλήρωτοι Λογαριασμοί vol1



Το ραντεβού ήταν προγραμματισμένο για τις 21:30. Τοποθεσία: Πλατεία Συντάγματος. Η Αρχιμαφιόζα, λίγο γερασμένη ωστόσο ντυμένη έξαλλα και νεανικά όπως πάντα, κατέφθασε πρώτη στο σημείο συνάντησης. Κοίταζε γύρω της ανήσυχα. Η ώρα περνούσε, ο Κοντός και η Τσίχλα δεν εμφανίζονταν από πουθενά. Άραγε θα την αναγνώριζαν; Είχαν ήδη περάσει κοντά 4 χρόνια από την τελευταία τους αποστολή στην Τουλούζη κι είχαν βρεθεί 1-2 φορές στις «εκλογές» της Εταιρείας, χωρίς όμως να ανταλλάξουν πολλές κουβέντες. 

«Είμαι ντυμένη μεταλλαγμένη ροκού. Σε περιμένω στα σκαλάκια.», έστειλε αυτοκαταστρεφόμενο μήνυμα στον Κοντό. Λίγο μετά ένας νεαρός άνδρας την πλησίασε… «Μήπως σας περισσεύει ένα τσιγάρο;». Η Αρχιμαφιόζα δεν μίλησε καθόλου. Τον εξερεύνησε κοιτάζοντας βαθιά μέσα στα μάτια, άνοιξε την τσάντα και του έδωσε ανέκφραστα ένα τσιγάρο, από τα δηλητηριώδη που κουβαλάει πάντα μαζί. Θα θυμάστε βεβαίως το τρομερό δηλητήριο «Λινού»… Είχε πλέον βγει και σε συσκευασία καπνού. 

(για όποιον δεν θυμάται τίποτα από όσα αναφέραμε ήδη… γρήγορα πίσω στις παλιές αποστολές της συμμορίας)

«Ελάτε γρήγορα. Μου ζήτησαν τσιγάρο στον πληθυντικό. Κινδυνεύω», ειδοποίησε η Αρχιμαφιόζα. Ο Κοντός βρισκόταν όπως συνήθιζε πάντοτε, κρυμμένος σε ένα ντουλάπι, αυτή τη φορά στο δικηγορικό γραφείο του κύριου Μεταλλά τον οποίο και παρακολουθούσε. «Δεν μπορώ να φύγω, είναι ακόμα εδώ αυτός… Βλέπω να αργώ. Πάρε την Τσίχλα». Ο Μεταλλάς ήταν διαπρεπής μεγαλοδικηγόρος, με πολλά όμως σκοτεινά μυστικά. Ο Κοντός έπρεπε να μάθει τι ήταν αυτό που έκρυβε διακαώς, ώστε ακόμη και την P.A. του έδιωχνε από το γραφείο, όταν μιλούσε στο τηλέφωνο. Η Αρχιμαφιόζα κάλεσε την Τσίχλα. «Είμαι πίσω από το συντριβάνι… Ή μήπως είμαι μπροστά; Δεν ξέρω…», μονολογούσε στο τηλέφωνο. «Πίσω ή μπροστά είσαι;», τη ρωτάει η Αρχιμαφιόζα που έχει αρχίσει να πλησιάζει δειλά δειλά το συντριβάνι. «Και πίσω και μπροστά…», είπε αινιγματικα η Τσίχλα. Τους πήρε ώρα να συνεννοηθούν αλλά στο τέλος κατάφεραν να βρουν η μια την άλλη. Πλέον δεν είχαν στέκι… Δεν υπήρχε Αθηναική Τιρέζ (La Tireuse). Κάθισαν σε ένα και καλά wine bar και περιμένοντας τον Κοντό άρχισαν να μπεκροπίνουν άφθονα κρασί, όπως παλιά.


Λίγα λίτρα κρασί μετά εμφανίστηκε και ο Κοντός με μια ροζ φουστανέλα, ασορτί τσάντα, μαλλιά μακριά και όπως πάντα σουφρωμένα χείλη έτοιμα να εκτοξεύσουν βρισιά. «Ποιος είχε την ιδέα να ξαναβρεθούμε;», αναρωτήθηκε φωναχτά η Αρχιμαφιόζα. Πράγματι κανείς τους δεν θυμόταν ποιος είχε ξεκινήσει αυτή την ιστορία… «Μήπως η Βιολέτα Λώρενς πάλι πλέκει το νήμα; Πάλι μας παίζει αυτή η ξινιόλα;», είπε η Αρχιμαφιόζα έξαλλη. Ήταν κουρασμένη πια για επικίνδυνες αποστολές. «Όχι. Αποκλείεται. Η Βιολέτα νοικοκυρεύτηκε. Πάει για γάμο και παιδιά», είπε ο Κοντός σουφρώνοντας τα χείλη του με τρόπο που δήλωνε ότι για έναν κατάσκοπο το νοικοκύρεμα δεν είναι παρά μια φρικτή μικροαστική κατάντια. 

Η Τσίχλα που για πρώτη φορά δεν μασούσε τσίχλα, καθόταν σκεπτική χαϊδεύοντας νευρικά τη φράντζα της (γιατί κάποια πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ…). Και ξαφνικά εκεί που έχουν ξενερώσει και βαριούνται και είναι πέρα για πέρα προφανές ότι καθόλου δεν είχαν λείψει ο ένας στον άλλον, πλησίασε αθόρυβα η σερβιτόρα… Έσκυψε πάνω από τα κεφάλια τους και τους είπε συνωμοτικά… «Έχω έναν απλήρωτο λογαριασμό…», έκλεισε και το μάτι, «θα…το χρεώσω σε εσάς γιατί είναι μεγάλος…». Η Συμμορία του Μπλε Μαρκαδόρου έπιασε αμέσως το νόημα. Παρήγγειλαν και άλλα κρασιά, μια δύσκολη νύχτα θα ξημέρωνε και για τους 3 τους…

No comments:

Post a Comment

Any comments?