Κι επιτέλους έφτασε ο καιρός για το γάμο! Έφυγα από τη
δουλειά γρήγορα-γρήγορα, για να πάω να βρω τι θα βάλω. «Τελευταία στιγμή;;;»,
απόρησε η Γκελίνα (η μηχανόβια, βλέπε 3 επεισόδια πριν). «Ναι καλέ, γιατί; Θα πάω μια βόλτα στη Γλυφάδα, κάτι θα βρω», της
είπα και τίναξα ανέμελα το αλατισμένο μαλλί μου, γιατί την προηγούμενη ημέρα
είχα μπει στη θάλασσα και είπα να αφήσω τις φρέσκες θαλασσινές μπούκλες να τις
χαρώ λίγο.
Τι κι αν είναι Απρίλιος, τι κι αν είναι σαρακοστή, ούτε που νηστεύουμε,
αλλά και παντρευόμαστε και κάνουμε και βουτιές στη θάλασσα. Δεν θα αγχωθούμε κιόλας
για το τι θα βάλουμε, μας αρκεί που αγχωνόμαστε για το αν θα προλάβουμε να
είμαστε στην ώρα μας, μη και χαθούμε στη διαδρομή, μη και κλωτσάει το μωρό και
πονάμε εκείνη την ώρα και το κυριότερο, αν θα πετύχει η υπογραφή, να βγει
όμορφη και σωστή, μην κάνουμε καμιά πατατιά και γίνει γάμος-μαϊμού. Δεν ξέρω
για εσάς, αλλά η δική μου υπογραφή δεν έχει στάνταρ σχήμα και μέγεθος, όσες
πρόβες και να κάνω πάντα στο σταυρό καταλήγω.
«Εσύ τι θα βάλεις;»,
ρώτησα το Χάρη που λίγες ημέρες πριν είχε ξεχάσει τελείως ότι αυτή την
Παρασκευή είναι ο γάμος. «Τη στολή», είπε. Ποια στολή; Του δύτη; Μήπως του snowbord; Ή μήπως εκείνη τη
στολή του κλαρινογαμπρού που φυλάει για τέτοιες περιστάσεις; Αυτή τη φορά
βέβαια ήταν κάπως διαφορετική η περίσταση, καθότι δεν θα ήταν απλώς ένας καλεσμένος
σε έναν ξέμπαρκο γάμο, αλλά ένας από τους βασικούς πρωταγωνιστές.
«Καλά συγνώμη, ο γάμος είναι αύριο και στο χαλαρό θα πας να
βρεις τι θα βάλεις τώρα; Μια μέρα πριν; ΕΙΣΑΙ ΤΡΕΛΗ;», αφηνιάζει η Γκελίνα. Μα καλά, τόσο περίεργο είναι; Δηλαδή πόσες ημέρες πριν έπρεπε να σκεφτώ τι θα φορέσω στο γάμο?! «Όφφφφουου,
ναι καλέ! Τι με νοιάζει εμένα, η νύφη είμαι;», της λέω.
Και όχι κυρίες και κύριοι για όποιον ψάρωσε, δεν είμαι η
νύφη. Είμαι η γυναίκα του κουμπάρου.
Αλλά το ζω... Γιατί είναι η πρώτη φορά που παντρεύεται κάποιος από το τόσο στενό φιλικό περιβάλλον, που όταν τον γνώρισα ήταν 20 χρονών και σε πολύ λίγο καιρό θα γίνει μπαμπάς! Πόσο περίεργο είναι αυτό. Τους θυμάσαι να χορεύουν πάνω στη μπάρα της Punda Beach και σου φαίνεται να είναι σαν χθες, και τώρα σε υποδέχονται σπίτι τους νοικοκυραίοι, και σου βάζουν να φας λες και είναι οι θείοι σου και το αγόρι που γνώρισα τότε που μας έλουζε με μπίρες, τώρα φοράει παντόφλες και μου φτιάχνει τσάι όταν πηγαίνω σπίτι τους. Κι ότι σιγά σιγά αυτό που λέγαμε και γελούσαμε περί κουμπαριάς, γίνεται πραγματικότητα.
Νομίζω ότι έχω πλέον σαφείς ενδείξεις ότι μεγαλώσαμε λίγο παραπάνω από όσο πίστευα.
No comments:
Post a Comment
Any comments?