1.9.13

Μιχάληηηηηηη

Η κυρία Χοντρή καθόταν όλη μέρα κάτω απο την ομπρέλα. Το σουτιέν του μαγιού ξεχειλωμένο, ήταν αδύνατο να συγκρατήσει τις γέρικες νερόμπομπες. Θα ήταν κακογερασμένη, όχι πραγματικά γριά, αν κρίνουμε απο την ηλικία του μικρού ζωηρού Αντρέα. Ο Αντρέας έπαιζε με τα κύματα και τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του. Μιχάλη έλεγαν το μεγάλο, Αλέξη τον μεσαίο.

Ο σύζυγος επίσης κακογερασμένος, καθόταν ήσυχος δίπλα της, ενίοτε σηκωνόταν για μια βουτιά κι έπαιζε με τα μικρά.Η κυρία Χοντρή με το ξεχαρβαλωμένο μαγιό δεν καταδεχόταν τη θάλασσα και μάλιστα, μετά βίας άφηνε τα μικρά να παίξουν. Μόλις κάποιο πλησίαζε το νερό, ανασηκωνώταν, κρατούσε την αναπνοή της κι ετοιμαζόταν όπως όλη την προηγούμενη ώρα, με περιοδικότητα πέντε λεπτά το πολύ, να φωνάξει τα ονόματά τους με τη σειρά, ξεκινώντας πάντα από το "παιδί", δηλαδή το μικρό, που θα ήταν γύρω στα 4. "Αντρέαααα". Ύστερα τον μεσαίο, γύρω στα 9. "Αλέξηηηηη". Και τέλος τον μεγάλο, γύρω στα 10. "Μιχάααααααληηηηηηηηηηη". Τα άλλα δύο αγόρια δεν τα έλεγε παιδιά, αλλά φρόντιζε συνέχεια να τους θυμίσει να προσέχουν "το παιδί, να μη βρέξουν το "παιδί" και να μη του κολλήσουν άμμο. Μα που νόμιζαν οτι βρίσκονται; Σε παραλία; Πως είναι δυνατό τρία παιδιά στη θάλασσα να κολλάνε άμμο και να βρέχονται ασταμάτητα; Εκείνη ξεφώνιζε σα καρακάξα με τη γνωστή συχνότητα των πέντε λεπτών, χωρίς ποτέ να κουνιέται απο την ταλαιπωρημένη ξαπλώστρα, που με δυσκολία συγκρατούσε τα οπίσθιά της.

Κάποια στιγμή περνάει ένα πλοίο κι ένα κάπως μεγάλο κύμα έρχεται στις ξαπλώστρες. Η κυρία Χοντρή ουρλιάζει σα να επρόκειτο για κάποιο τσουνάμι. "Αντρέεεεεααααα, Αλέεεεεξηηηηηη, Μιχάληηηηη" και "βγείτε απο το νερόοοοο είναι άγρια η θάλασσαααα". Ωστόσο δεν σηκώθηκε καθόλου, λες κι ήταν βιδωμένη στη ξαπλώστρα. Το καλύτερο απο όλα, είναι πως κανένα απο τα τρία παιδιά δεν την άκουγε. Σου λέει, άστη να κραυγάζει η Χοντρή, ούτως ή άλλως δε θα σηκωθεί.

Δεν υπάκουσαν. Η Χοντρή άρχισε να φωνάζει ξανά, με περισσότερη λύσσα. Δεν της πέρασε απο το μυαλό οτι ενοχλεί όλη την υπόλοιπη παραλία - και σιγά το κύμα δηλαδή. Δεν της πέρασε απο το μυαλό να σηκωθεί να πάει εκεί να τα μαλώσει - ένας Θεός ξέρει γιατί έπρεπε να τα μαλώνει ασταμάτητα, λέμε τώρα. "Αντρέεεεααα βγες απο το νερό! Μιχάααληηηηη! Αλέξηηηη! Το παιδίιιι!". Την παρατηρούσα αηδιασμένη πλέον, συντηρούσα όμως την ελπίδα οτι θα εκτοξεύσει κάποια απειλή, του τύπου "θα τις φας!" ή αφού ήταν Χοντρή "θα σας φάω!". Και το θαύμα έγινε. Εκτόξευσε μια απειλή. " Θα τηλεφωνήσω στη νονάαααααααααα!". Όπα! Τι είναι η Νονά; Ήξερα για το μπαμπούλα, αλλά για τη νονά δεν ήξερα τίποτα.

Τα μικρά συνέχισαν το παιχνίδι, αυτή τη φορά έξω απο το νερό. Οι δύο μεγάλοι έπαιζαν ρακέτες. Ταπ,τοπ,ταπ,τοπ το μπαλάκι. Ααααλς, ααααλς, το κύμα. "Αντρέεεεαααα, αντρέεεεα", η χοντρή. Με τους άλλους δύο είχε ησυχάσει, εφόσον έπαιζαν ρακέτες. Για λίγο ο θόρυβος της Χοντρής σταμάτησε, είχε πνίξει ανάμεσα στα στήθια της το μικρό και το σκούπιζε σα να μην υπάρχει αύριο, σχεδόν το έγδερνε με τη πετσέτα. Ούτε κόκος, ούτε καν παιδικό χνούδι δε θα έμεινα απο τα ποδαράκια του, όταν η Χοντρή άρχισε πάλι να σκούζει, επειδή ο Αλέξης έχασε τη μπάλα. Εννοώ, δεν τη χτύπησε κι αυτή έπεσε κάτω, σκέψου τι θα γινόταν αν πράγματι την έχανε τελείως. Τότε ο Μιχάλης και ο Αλέξης γέλασαν, κάτι είπαν, κάπως σαχλαμπούρδισαν όπως τα παιδιά της ηλικίας τους. Με αδελφική αγάπη πέταξαν λίγο νεράκι ο ένας στον άλλο και η Χοντρή τα πήρε στο κρανίο. "Αααααα! Τι πάθατεεεε πάλιιιιι! Μια χαρά παίζατεεεεε!!! Γιατί δεν παίζετε καλάααααα; Τι παιδιαρίσματα είναι αυτάαααα;". Μάλλον τους προόριζε για πρωταθλητές του Ρολάν Γκαρός κι η προπόνηση στις διακοπές θα έπρεπε να είναι πολύ αυστηρή. Η Χοντρή συνέχισε "μη βρέχεις τη ρακέταααα! θα χαλάσειειειει!".

Ύστερα απο πολλές προσευχές των λουόμενων η Χοντρή ουρλιάζοντας και κραυγάζοντας τους μάζεψε κι έφυγαν. Φήμες λένε οτι το τελευταίο "Μιχάαααληηηηηη" που φώναξε, ακούστηκε μέχρι την Ίο.

Με έκανε έξαλλη η παλιοχοντρή. Άσε τα παιδιά να παίξουν μωρή σαλαμούρα! Που θα χαλάσει η ρακέτα άμα βραχεί. Καρακάξα! Αι σιχτίρ! Που την πείραζε το κύμα, αλλά μια φορά δε σηκώθηκε η φοράδα απο τη ξαπλώστρα της να βάλει λίγο αντηλιακό στα παιδιά που είχαν γκαγκανιάσει στους ήλιους. Βλαμμένη! Ουστ!

No comments:

Post a Comment

Any comments?