24.9.12

KENYA 2002 (vol1)

Δεν είχε καιρό που είχε ανοίξει το Ελ.Βενιζέλος και ο πατέρας μου ήταν φρεσκοπαντρεμένος με τη Σία. Ταξιδεύαμε, μαζί και οι κουμπάροι με τις δύο κόρες τους (τη Μεγάλη και τη Μικρή) για την Κένυα. Οι δύο αρχηγοί των οικογενειών εύσωμοι, φαγανοί και όχι ιδιαίτερα τολμηροί. Τον κουμπάρο τον έλεγαν King

Η μάμα-King, δηλαδή η κουμπάρα, φοβόταν τα αεροπλάνα και συνάμα, δεν μιλούσε αγγλικά. Κάθε φορά που έλεγαν οδηγίες από τα μεγάφωνα, η μάμα- King πάθαινε ταραχή και κοίταγε την κόρη της στο στόμα, περιμένοντας να ακούσει τα κακά μαντάτα. «Πέφτουμε! Βάλτε τα σωσίβιά σας είπε!», της έλεγε η Μεγάλη κι εκείνη στραβοκοπιώταν. 

Κάναμε το πρώτο τράνζιτ στην Κύπνο και τελικά φτάσαμε στο τριτοκοσμικό αεροδρόμιο όπου μαύρα κοράκια πετούσαν ανενόχλητα πάνω από τα κεφάλια του κόσμου, δεν υπήρχε λευκός και οι ντόπιοι μιλούσαν μεταξύ τους με ένταση που έλεγες θα πιαστούν στα χέρια. Η Σία με είχε αρπάξει από το χέρι (για να μη με χάσουν; Για να την προσέχω; Θα σας γελάσω).

Μας περάσανε από κόσκινο και με τα πολλά βρήκαμε εκείνο το χρυσό άνθρωπο, που μας παρέλαβε για να μας πάει στο ξενοδοχείο, στο Ναϊρόμπι. «Δώστε το χέρι σας στον οδηγό, κάντε ότι χαμογελάτε», είπε ο πατέρας μου. «Έχω οινόπνευμα στην τσάντα!», συμπλήρωσε η κουμπάρα. 

Σε αυτό το σημείο να συμπληρώσω ότι ο μπαμπάς είναι γιατρός και φυσικά κουβαλούσαμε όλα τα φάρμακα του κόσμου μαζί… Επίσης είχαμε κάνει το εμβόλιο για την ελεονοσία (μαλάρια). Οι γυναίκες ήταν εξοπλισμένες με τόνους οινοπνεύματος και AUTAN, την παλιά έκδοση με την κίτρινη συσκευασία και τα κόκκινα γράμματα, που βρωμοκοπούσε τόσο, ώστε να μπορεί να σκοτώσει όχι μόνο κουνούπια, αλλά και ολόκληρο ελέφαντα.

Η παραμονή μας στο Ναϊρόμπι, ήταν σύντομη και αδιάφορη. Είδαμε το μουσείο με τους πρώτους πιθηκανθρωπους, όπου μας είπαν ότι όλοι προερχόμαστε από εκεί και ο πατέρας μου έκανε χαρά μεγάλη, καθότι μεγάλος υποστηρικτής του Δαρβίνου, από μικρή μου ήμουν, μου έδειχνε μια μαϊμού που τη λέγανε Λούσι και μου έλεγε ότι είναι η «προ-γιαγιά μου». 

Γενικά δεν πολυκυκλοφορούσαμε, δεν έβλεπες τουρίστες στο δρόμο, οι ντόπιοι μας κοίταζαν περίεργα… Την τρίτη μέρα όμως γνωρίσαμε τον οδηγό-ξεναγό-προστάτη μας, τον Λώρεν και ο πραγματικός λόγος που βρισκόμασταν σε αυτή τη χώρα βρήκε τόπο στην περιέργειά μου (και την αντίστοιχη απορία «Μπαμπά, τι κάνουμε εδώ;»).

Κάτι που δεν με τιμά καθόλου, αλλά πρέπει να είμαι ειλικρινής απέναντί σας, είναι ότι πίστευα ότι πάμε σε μια περιοχή «Σαφάρι» και τότε κιόλας το έγραφα ανορθόγραφα με ήτα. Σύντομα κατάλαβα ότι σαφάρι δεν είναι χωριό κι ότι μπορεί να γίνει επικίνδυνο...


No comments:

Post a Comment

Any comments?