26.3.12

Αποστολή: Το χρυσό τρίγωνο Final


Η Βιολέτα Λώρεν φορούσε χειροπέδες από κρύσταλλα σβαρόφσκι… Δίπλα της ήταν δεμένη χειροπόδαρα η Γιφέι, με ίνες από μετάξι   και παραδίπλα,  η Τασούλα  κλεισμένη σε ένα χρυσό κλουβί. Βρισκόντουσαν μέσα στην κρύπτη των σαρκοφάγων, κάτω από την κεντρική αίθουσα των «δημόσιων», ψεύτικων, τάφων. Ο μόνος φωτισμός στην κάμαρα προερχόταν από τη φωτιά του λυχνία, κι έτσι ήταν κάπως σκοτεινά εκεί κάτω.  Ο Lan King Tchang με τον βοηθό του Αλμπάν, έκοβαν βόλτες πάνω κάτω, περιμένοντας μήνυμα από τη Συμμορία του Μαρκαδόρου. Είχε βραδιάσει, η τουριστική ζώνη του Ταζ Μαχάλ είχε ερημώσει, κανείς δεν ήξερε ότι βρίσκονταν εκεί. Ποιος να φανταζόταν ότι ο πανούργος Lan King Tcang είχε διαλέξει το «σύμβολο της αγάπης» για να κρύψει έναν τέτοιο θησαυρό, έναν θησαυρό που θα ξεκλείδωναν οι πεθαμένες πλέον αγάπες της ζωής του.  «Κι αν δεν έρθουν τι θα κάνεις;», είπε η Βιολέτα ειρωνικά, άλλωστε ο Tchang δεν είχε προνοήσει να της φορέσει μαργαριταρένιο φίμωτρο. Α, όλα κι όλα, σαν απαγωγέας είχε ακριβά γούστα στα εργαλεία του. «Την Τασούλα θα την πουλήσω στην Μπανγκόγκ. Τη Γιφέι θα τη δώσω στο χαρέμι του Αλί Μουσταφά, ξέρεις… τον κουμπάρο μας. Όσο για εσένα…δεν έχω αποφασίσει ακόμα που θα πάμε. Ίσως στο εξοχικό στο Μπουτάν, να μη μας βρει ποτέ κανείς…», είπε κι όπως χαμογέλασε άστραψε στο σκοτάδι ένα χρυσό του δόντι.

Στο Μοτέλ όλοι περιμένανε την Τσίχλα να φάει το τοστάκι της για να ξεκινήσουν. Είχαν ήδη καταστρώσει σχέδιο εξόντωσης κι από την πολλή σκέψη της είχε ανοίξει η όρεξη. «Τελείωνε επιτέλους!», έλεγε η Αρχιμαφιόζα νευρικά, ενώ ο Ψηλός προσπαθούσε να εκνευρίσει τον Κοντό, θυμίζοντάς του το αποτυχημένο σχέδιο στο εστιατόριο, τότε, με την αποστολή Σεντρίνκ. Ο Κοντός θα έκανε τις τάχα μου διαπραγματεύσεις με τον Lan King Tcang, για το πώς θα γίνει η ανταλλαγή. Θα έπρεπε να τον πείσει ότι θα γίνει η εν λόγω ανταλλαγή κι ήταν ο καλύτερος στα ψέματα. Ο Ψηλός θα έκανε τον κακό μπάτσο, θα έσκουζε συνέχεια «πάμε να φύγουμε ρε, δε του δίνουμε τίποτα!», για να δίνει τέμπο στη βραδιά και να σπείρει τον εκνευρισμό. Η Αρχιμαφιόζα ως συνήθως, θα περίμενε στο αμάξι καλωδιωμένη, παρακολουθώντας τις κινήσεις τους, από τις νανοκάμερες του τύπου AAF12capilarisation, που είχαν φυτέψει στο κεφάλι του Ψηλού, ώστε να βλέπει πανοραμικά. Και τέλος, η Τσίχλα είχε τον πιο δύσκολο ρόλο… Θα έπρεπε να σβήσει τη φωτιά του λυχνία, τη φωτιά που κανείς ποτέ δεν τόλμησε να σβήσει από το 1650, ούτε για μία ώρα, ούτε για ένα λεπτό. Σύμφωνα με τις διαταγές του αυτοκράτορα Σαχ Τζαχάν, η φωτιά δεν έπρεπε να σβήσει ποτέ κι έτσι είχε τηρηθεί μέχρι τότε… Όσο για τη βέρα… Αυτή την είχε ο Κοντός, δεν την εμπιστευόταν σε άλλον και ούτε τους είχε πει που την έκρυψε. «Να τα λες με σωστή προφορά να καταλαβαίνει!», μάλωσε ο Κοντός τον Ψηλό κι έδειξε με το βλέμμα την Αρχιμαφιόζα.

Δώδεκα τα μεσάνυχτα ακριβώς, εκείνου του Σαββάτου, η Συμμορία του Μαρκαδόρου κατέφθασε στο επιβλητικό Ταζ Μαχάλ. Η ομάδα Α’ με κωδικό όνομα «τα μάτια και τα αφτιά του βασιλιά» μπήκαν στο κτίριο από μια κρυφή πόρτα. Ο  Ψηλός (τα μάτια) είχε πάρει στους ώμους του τον Κοντό (αφτιά, επειδή άκουγε στο αφτί τις οδηγίες της Αρχιμαφιόζας), για να μη ξεχωρίζουν οι σκιές τους στο σκοτάδι και γιατί ο Κοντός έχει μια τάση να επιβάλλεται στους άλλους όπως και να’χει. Η ομάδα Β’ με κωδικό όνομα « Σκούπα και φαράσι» , δηλαδή η Αρχιμαφιόζα κι η Τσίχλα περίμεναν στο αμάξι. Η Αρχιμαφιόζα (συντονιστής)άνοιξε το λαπτοπ, συνέδεσε τα καλώδια και παρακάλεσε την Τσίχλα να μην αγγίξει τίποτα. «Μπήκανε… Σε έξι λεπτά ξεκινάς!», της είπε κι η Τσίχλα για τα επόμενα έξι λεπτά κοίταγε το ρολόι της. «Τώρα!», της είπε και της έκανε νόημα να εισβάλλει στο κτίριο… Η Τσίχλα φορούσε στολή δύτη, διέσχισε τον κήπο μπουσουλώντας, με ένα μακροβούτι πέρασε στην άλλη όχθη της πισίνας. Έφτασε στην πρόσοψη του κτιρίου την ώρα που τα μάτια του Κοντού συναντήθηκαν ξανά με τα μάτια της Βιολέτας…όχι τα πραγματικά, αλλά αυτά του τατουάζ στο στήθος του Lan King Tchang. Ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις… «Εσύ πρώτος!», «όχι εσύ πρώτος!». «Μίλα του γλυκά κι όμορφα!», έλεγε η Αρχιμαφιόζα στο μίκρο κι έτσι το «εσύ πρώτος»- «όχι εσύ πρώτος», είχε αρχίσει να μοιάζει με «σ’αγαπώ πιο πολύ!», «όχι εγώ πιο πολύ!», «όχι, εγώ πιο πολύ». Κάπου στο ενδιάμεσο παρενέβαινε ο Ψηλός με το «ρε» (πάμε να φύγουμε ΡΕ, μη του δίνεις τίποτα ΡΕ, τι θες ΡΕ, άσε μας ΡΕ φίλε…). Η Τσίχλα εκείνη τη στιγμή είχε σκαρφαλώσει σαν το κοριτσάκι από τον εξορκιστή στους τοίχους, γραπωνόταν από τις κολώνες και παρακαλούσε μέσα της να μην προκαλέσει κανένα σεισμό πριν καταφέρει να φτάσει στη φωτιά. Η Αρχιμαφιόζα ίδρωνε και ξε-ίδρωνε κι η Βιολέτα Λώρεν είχε γουρλώσει τα μάτια της (απορούσε πως βρέθηκε εκεί ο Ψηλός). Ο Lan King Tchang έβγαλε τις άλλες δύο βέρες από την κωλότσεπη, τις φίλησε και είπε «ήρθε επιτέλους η στιγμή να ανοίξω τη σαρκοφάγο! Αλμπάν! Πιάσε τον Κοντό, είμαι σίγουρος ότι έχει τη βέρα πάνω του!», είπε κι η Αρχιμαφιόζα έδωσε σήμα «Τώρααααααα!!!!!». Η Τσίχλα έφτασε τη φωτιά, μάσησε λίγο άτακτα στην τσίχλα της, άρχισε να κάνει το στόμα της σαν μαϊμού που τρώει μπανάνα, φούσκωσε τα μάγουλα και μια γιγαντιαία τσιχλόφουσκα ξεπρόβαλλε από τα καλοσχηματισμένα χείλη της… 4…3….2….1… η τσιχόφουσκα σκάει  κι η φωτιά σβήνει! Μέχρι να ξεκλειδώσει τον φακό του iphone ο Lan King Tchang, ο Κοντός έχει σκίσει με τα δόντια του τις ίνες μεταξιού της Γιφέι, η οποία ορμάει στον Αλμπάν και τον αρχίζει στο μπουνίδι. Η Βιολέτα Λώρεν αρχίζει να τρέχει με τις χειροπέδες σβαρόφσκι για να πάει να βρει την Αρχιμαφιόζα (την Τασούλα την αφήσανε στο κλουβί γιατί δεν έβρισκαν το κλειδί).

Ο Ψηλός βρίσκει ευκαιρία να χουφτώσει λίγο τον Κοντό (είπαμε είχε σκοτάδι) κι ο Lan King Tchang, που πλέον βλέπει χάρη στο iphone τους επιτίθεται για να κλέψει τη βέρα. Τη στιγμή που η Βιολέτα Λώρεν το έσκαγε, αποφασίζει να βγάλει επιτέλους τα τακούνια της για να τρέξει πιο γρήγορα. Το δεξί τακούνι είχε σφηνώσει στο πόδι και τα χέρια της ήταν δεμένα. Αρχίζει να τινάζει τη γάμπα αλλοπρόσαλλα, το τακούνι «ξεκλειδώνει» από την καμάρα του ποδιού κι εκτοξεύεται με φόρα στο κεφάλι του Lan King Tchang, o οποίος πέφτει τέζα. «Ωραία! Βγάλε τις βέρες να πάρουμε τον θησαυρό!», είπε ο ματαιόδοξος Ψηλός κι ο Κοντός γύρισε και του άστραψε ένα χαστούκι. «Τι ; Τόσο κόπο κάναμε, ένα ρουμπίνι δεν μας αξίζει;», είπε κι ο Κοντός τρούλωσε τα χείλη όσο δεν πάει άλλο. «Αυτό, ήταν για το χούφτωμα!», είπε κι ύστερα έβγαλε τον μαρκαδόρο, επειδή ήταν φωσφοριζέ, μήπως και δουν την τύφλα τους μέσα στο σκοτάδι. Η Αρχιμαφιόζα είχε βγάλει το μανό κι έβαφε τα νύχια της από την αγωνία… Η Τσίχλα ξεκρεμάστηκε από το ταβάνι και πήγε να τους βρει. «Θα περιμένουμε να ξυπνήσει ή θα φύγουμε τρέχοντας;», είπε πλέον αγανακτισμένη, η κοιλιά της γουργούριζε ήδη… «Που είναι η βέρα μου;», είπε η Βιολέτα Λώρεν αποφασισμένη για όλα πλέον ενώ ο Ψηλός προσπαθούσε να βρει τις άλλες δύο. «Σας βλέπω τι κάνετε! Βγάλτε με από δω!», ούρλιαζε η Τασούλα. Η Τσίχλα με ένα άγγιγμα έσπασε την κλειδαριά και την ελευθέρωσε. Η Βιολέτα Λώρεν είχε ήδη πάρει από την τσέπη του Lan King Tchang τις άλλες δύο και κοίταξε με νόημα τον Κοντό. Ο Κοντός έβγαλε από την μπότα του την τρίτη βέρα. Τα τρία κλειδιά κούμπωναν τέλεια μεταξύ τους… Όταν τα τρία έγιναν ένα, η Βιολέτα πέρασε το δαχτυλίδι-κλειδί στο δάχτυλο της σαρκοφάγου κι εκείνη άνοιξε… Μόνο που για να ανοίξουν το δεύτερο κουτί, έπρεπε να λύσουν μια εξίσωση…

Δεν μάθαμε ποτέ αν τα κατάφεραν, αν έλυσαν τον γρίφο. Ο μύθος λέει ότι η μαθηματική εξίσωση δεν λύθηκε ποτέ από κανέναν κι έτσι, ο θησαυρός έμεινε κρυμμένος για πάντα. Ποιος ξέρει… Μπορεί και όχι… Πάντως η Συμμορία του Μαρκαδόρου συνέχισε να ζητιανεύει για ένα σταζ, να συμπεριφέρεται σαν όλους τους κανονικούς ανθρώπους, να πηγαίνει στο σούπερ με τα πόδια και μπλέκει σε σκοτεινές και βρώμικες υποθέσεις… Όσο για τον Lan King Tchang, έμεινε ξερός μέχρι την άλλη μέρα το πρωί… Τον βρήκαν οι φύλακες του Ταζ Μαχάλ και τον έστειλαν σούμπιτο πίσω στις φυλακές...


Υ.Γ. Μόνο η Αρχιμαφιόζα ήξερε καλά μαθηματικά, αλλά εκείνη την ώρα περνούσε το δεύτερο χέρι και δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί... 

No comments:

Post a Comment

Any comments?