3.1.12

Λ’εσκαργκό


Κανονικά το παραμύθι διαβάζεται χωρίς τις φούξια παρενθέσεις, αλλά ήμουν σε mood κυνισμού και δεν κρατήθηκα να γελοιοποιήσω την ίδια μου την ιδέα. 

Ήταν κάποτε ένας θλιμμένος ρόζ κύριος Σαλιγκάρης. Τον είχε μαζέψει ένας τρελογάλλος μια ημέρα με βροχή, τον είχε ταίσει σιχαμένο αλεύρι για να αδειάσει το αντεράκι του, μαζί με πολλούς άλλους άτυχους σαν αυτόν. Ο κύριος Σαλιγκάρης δεν ήταν έτοιμος να πεθάνει. Είχαν περάσει τα δύο τρίτα της ζωής του και δεν είχε ερωτευτεί ποτέ, δεν είχε νιώσει ποτέ την αγάπη. Δεν ήταν δίκαιο να τελειώσει τόσο άδοξα, με μια ρουφηξιά, να γίνει λιώμα στις μασέλες ενός αδίστακτου κυνηγού σαλιγκαριών (Δρακουμερκέλ). Μάζεψε όλες τις δυνάμεις του, τι κι αν του τρέχανε τα σάλια δεν έφαγε καθόλου από το αλεύρι και δραπέτευσε από τον κουβά χωρίς να αφήσει πίσω του ίχνη…(φοροφυγάς)

Το πρόβλημα τώρα ήταν πως ο κύριος Σαλιγκάρης είχε χάσει τον προσανατολισμό του (Ελλάδα). Βρέθηκε σε ένα άνυδρο κι απαίσιο δασάκι, κανείς δεν ξέρει που ακριβώς…(το νερό τελειώνει κυρά Βαγγελιώ). Έσερνε το καβούκι του από εδώ κι από εκεί κι όταν επιτέλους βρήκε κατάλληλο μέρος για κάμπινγκ (που λεφτά για ξενοδοχεία), αποφάσισε να αράξει μέχρι να έρθει και πάλι η βροχή (μαζί της κι η άνθηση). Έκλεισε τα μάτια του και του έφυγε ένα δάκρυ. Κι αν αργούσε η βροχή; Κι αν κάποιο ζώο το τσαλαπατούσε και το έκανε θρίψαλλα; Κι αν στο μεταξύ πέθαινε από οποιοδήποτε άλλο λόγο; Σαλιγκάρι ήταν διάολε, δεν ήταν εύκολο να επιβιώσει ! Δεν φοβόταν τον θάνατο, αλλά το ενδεχόμενο να μην ερωτευτεί ποτέ μέχρι αυτός να έρθει (δυστυχία, Προπ). Είχε περίεργα σχέδια στο ροζ καβούκι του κι οι κοπέλες τον κορόιδευαν λόγω του χρώματός του (ρατσισμός;;;).

Ο κύριος Σαλιγκάρης έμεινε καμουφλαρισμένος πολύ καιρό, είχε πέσει σε κώμα, δεν είχε καμία επαφή με το περιβάλλον. Από την έλλειψη νερού είχε ξεραθεί κι είχε κολλήσει για τα καλά πάνω σε έναν κορμό δέντρου (θα μας στεγνώσουν!!!). Δυο συννεφάκια που από καιρό τα λέγανε εξ’ αποστάσεως, άρχισαν να τον σχολιάζουν. Βλέπετε, καθότι εκείνα βρίσκονταν ψηλά στον ουρανό, είχαν τέλεια θέα κάτω (να και το "μαγικό στοιχείο", τι διάβαζα Βλαντιμίρ Προπ τόσα χρόνια;). Είχαν παραξενευτεί που ο κύριος Σαλιγκάρης είχε μείνει εκεί ακίνητος για τόσο πολύ καιρό (αδράνεια). «Ξέρεις, Συννεφούλα», είπε η Νεφέλη στη φίλη της, «είναι πολύ δυστυχισμένο αυτό το σαλιγκάρι… Έχει να δει όμοιό του πολύ καιρό και ποτέ του δεν έχει αγαπηθεί!». Η Συννεφούλα σκιάχτηκε, της ήρθε να μπουμπουνίσει από τη στεναχώρια. «Λες ότι μπορούμε να το βοηθήσουμε;», ρώτησε τη Νεφέλη και τότε τους ήρθε μια τρελή ιδέα. «Αν αγκαλιαστούμε και δείξουμε σε όλο τον κόσμο πόσο αγαπιόμαστε, μπορεί να ξυπνήσει η αγάπη στη φύση…» (όταν είσαι πολύ νέος νομίζεις οτι θα αλλάξεις τον κόσμο). Η Νεφέλη δεν πίστεψε ότι το κόλπο θα πιάσει, γιατί άλλου είδους αγάπη ζητούσε ο κύριος Σαλιγκάρης. Από την άλλη, είχε καιρό να την πάρει κάποιος αγκαλιά κι έτσι δέχτηκε. Η μαμά της, της είχε πει κάποτε ότι δεν πρέπει τα σύννεφα να αγκαλιάζονται μεταξύ τους, γιατί πονάει…(λάθη γονέων...χειραγώγηση...αγκαλιάστε τα παιδιά σας φοβιτσιάρηδες!) Σε κάνει να κλαίς (η αγάπη πονάει- προκατάληψη). Όμως η Νεφέλη έβλεπε από ψηλά πάντα, τους ανθρώπους να αγκαλιάζονται και της φαινόταν τόσο ωραίο… Είχε αποφασίσει ότι δεν θα κλάψει (όπως αποφασίζεις εσύ να κάνεις δίαιτα απο Δευτέρα).

Δεν ήταν εύκολο… Δεν είχε πολύ αέρα εκείνες τις ημέρες και ήταν δύσκολο και χρονοβόρο να πλησιάσει η μία την άλλη. «Έλα, Συννεφούλα, προσπάθησε να έρθεις κοντά μου!», της φώναζε. «Ρούφα την κοιλιά σου κι εγώ θα προσπαθήσω να φυσήξω δυνατά από την άλλη!» (ερασιτέχνες...). Και φουουουου, φουουου, ρουφιόταν η μία, φυσούσε η άλλη, το μόνο που κατάφερναν είναι να κάνουν περισσότερη σκιά πάνω από την κοιλάδα. «Φύγετε από μπροστά μου κωλόπαιδα!», άριχσε να παραπονιέται ο γκρινιάρης ο ήλιος (παρτάκιας)! Λίγες ώρες μετά, η Νεφέλη κι η Συννεφούλα είχαν πλησιάσει αρκετά η μία την άλλη. «Λίγο ακόμαααα!», είπε η Συννεφούλα ενθουσιασμένη, έκανε την υπέρβαση κι άρπαξε λίγο από τα μαλλιά της Νεφέλης. Αγκαλιάστηκαν και ξαφνικά χωρίς να το θέλουν άρχισαν να κλαίνε… «Κράτα με, κράτα με! Κάνε υπομονή!!!», της έλεγε η Συννεφούλα που έκλαιγε κι εκείνη…

Κι έτσι, έβρεξε ξανά στην κοιλάδα του «Ήλιου» και με τη βροχή, άρχισαν να βγαίνουν κι άλλα σαλιγκάρια… Ο κύριος Σαλιγκάρης ξύπνησε βαριεστημένος, ήταν σχεδόν στο τέλος της ζωής του (η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία). «Τουλάχιστον έζησα να ξαναδώ βροχή!», είπε. Δεν μπορούσε να δει τα συννεφάκια που είχαν αγκαλιαστεί, γιατί τα σαλιγκάρια δεν μπορούν να κοιτάξουν ψηλά…βλέπουν μόνο δυο διαστάσεις, αλλά δεν έχουν επίγνωση (κι εμείς τα μισά βλέπουμε απο αυτά που πραγματικά συμβαίνουν). Ήθελε όμως να προσπαθήσει κι έτσι άρχισε να περιφέρεται δεξιά κι αριστερά, ελπίζοντας ότι θα καταφέρει να σηκώσει το κεφάλι του.(η προσπάθεια μετράει!Καλύτερα να μετανιώσεις για κάτι που έκανες παρά για κάτι που δεν προσπάθησες ποτέ να κάνεις!) Κι όπως έκανε σβούρες γύρω από τον εαυτό του, είδε ξαφνικά μπροστά του μια όμορφη Σαλιγκαρίνα με φούξιες ρίγες να του χαμογελάει. Την ερωτεύτηκε αμέσως κι εκείνη, ξέροντας ότι η ζωή είναι μικρή, ανταπέδωσε με ένα φιλί… (χάρη του έκανε, βίζιτα ήταν, μη συγκινήστε).  

Ηθικό δίδαγμα 1: Αγκαλιαστείτε γιατί χανόμαστε!
Ηθικό δίδαγμα 2: Συνεργασία, αλληλεγγύη, υπέρβαση, ευγένεια...Αυτά εύχομαι για το 2012
Ηθικό δίδαγμα 3: Αγάπη... για όλα τα χρόνια της ζωής μας, όχι μόνο για το 2012

2 comments:

  1. Πολύ ωραίο και πάρα πολύ σωστό!Καλή χρονιά και μακάρι να βγουν αληθινές οι ευχές σου:-)

    ReplyDelete
  2. ευχαριστώ!!!καλή χρονιά και σε εσένα!!!!Εύχομαι τα καλύτερα!

    ReplyDelete

Any comments?