23.9.11

Οι Εστουντίνες


Η Μαρί Ντε Λουά, φοιτήτρια Νομικής, Ελληνίδα, μάζεψε όλα της τα παράπονα και με ένα πάκο λεφτά στο χέρι κατευθύνθηκε προς τη Διεύθυνση των Εστουνίνων (τις ιδιωτικές εστίες, τις οποίες πλήρωνε αδρά για 19 τ.μ. και πολλά, πολλά ελαττώματα). Πιο πολύ από όλα όμως, την είχε εξοργίσει η επιμονή με την οποία της ζητούσαν τα λεφτά του μήνα, ενώ ήταν πρόθυμη να δώσει τα πενταπλά δυο τρείς μέρες μετά, έτσι να ξεμπερδεύει. Κι επειδή, αντιθέτως με το τι πιστεύουν εδώ στις Γαλλίες, οι Έλληνες είμαστε πολύ large. Τα μάτια της πέταγαν σπίθες, τα νύχια της είχαν πεταχτεί έξω σαν της γάτας, έτοιμη να ξεσκίσει την χοντρή Διευθύντρια. Ξεκίνησε σε ήπιους τόνους, «το δωμάτιο όταν μπήκα ήταν τρομερά βρώμικο!» και μπλά, μπλά… Η Διευθύντρια την κοίταζε με δυσπιστία κι η Μαρί Ντε Λουά φούντωσε σα φλόγα.  «Ιt smells like hell!», της είπε για να την κάνει να καταλάβει.

Η Διευθύντρια της ζήτησε να κατεβάσει τους τόνους και την απείλησε ότι θα τη βάλει στη μαύρη λίστα κι αν δεν κάτσει φρόνιμη, θα της βάλει αύξηση 10%. Αυτό ήταν. «Αυτό είναι παράνομο και θα σας καταγγείλω!», της είπε   έξαλλη η Μαρί, προσπαθώντας να κρατήσει την ψυχραιμία της και να μην της βγάλει τα μάτια. «Δεύτερον, δεν καταλαβαίνω καθόλου τα Αγγλικά σας, ή δεν ξέρετε να μιλάτε Αγγλικά, ή κάτι πρέπει να κάνετε με την προφορά σας!». Η Διευθύντρια πήρε το βλέμμα της Τράνσμπουλ, σαν η Μαρί να της πάτησε τον κάλο. «Μήπως θέλετε δεσποινίς να μιλήσουμε στα Γαλλικά τότε για να με καταλαβαίνετε;», τη ρωτάει ειρωνικά. «Μήπως θα θέλατε να μιλήσουμε στα Ελληνικά καλύτερα;», αντιλέγει η Μαρί και φτύνει λίγο δηλητήριο μη το καταπιεί. Η Διευθύντρια δεν μαζεύτηκε, συνέχισε να ειρωνεύεται «Αν ερχόμουν στην Ελλάδα, μάλλον εγώ θα ήξερα Ελληνικά!». Κι η Μαρί, όπλισε τη βρωμερή γλωσσάρα της και της απήντησε στα γαλλικά αυτή τη φορά, «Δε θα χρειαζόταν! Ακόμα κι ο τελευταίος γύφτος στην Ελλάδα γνωρίζει Αγγλικά, θα μπορούσατε να συνεννοηθείτε πολύ καλά.».  Αφού εκτόξευσαν πολλά η μία στην άλλη, σε όλες τις γλώσσες,  κι αφού η Μαρί τάπωσε και βίδωσε στο πάτωμα την κακιασμένη Διευθύντρια των Εστουντινών, τακτοποίησαν το  οικονομικό θέμα κι η Μαρί έφυγε με ψηλά το κεφάλι.

Λίγες ώρες μετά, αφηγείται την ιστορία στη Φού και τη Φά. Όλες μαζί, μπήκαν στο πλοιαράκι που σε κάνει βόλτα στο ποτάμι και το κανάλι της Τουλούζης. Ο εκνευρισμός ήταν μεταδοτικός… «Πως λέγεται η εκμετάλλευση στα Γαλλικά;», ρώτησε η Φά κι έπεσε με τα μούτρα στο λεξικό. «Και τη χειραφέτηση ψάξε!», πρότεινε η Φού. «Είναι ντροπή! Βόλτα είναι αυτή; Τι πληρώσαμε να δούμε; Θα τους το πω! Θα τους κάνω παρατήρηση!», έλεγε η Φά, που είχε σηκωθεί όρθια κι ήταν έτοιμη να ορμήσει στον εκμεταλλευτή κάπτεν, ο οποίος πήγαινε με 2χλμ/ώρα και μόλις πέρναγε γέφυρα, αναστροφή και πάλι πίσω. «Εκμετάλλευση;;;;», ρωτάει η Μαρί. «Ζούμε στις Εστουντίνες!!!», τονίζει «η εκμετάλλευση των 7 ευρώ σε πείραξε;». Η Φού έκσυψε το κεφάλι… Τι να πει κι αυτή η δόλια… Σε εκείνη δώσανε το δωμάτιο που βρίσκεται στο ισόγειο, στο απέναντι κτίριο το οποίο λειτουργεί και σαν ξενοδοχείο- hostel. Στο ισόγειο. Απέναντι από το ασανσέρ και δίπλα στα πλυντήρια. Και να ήταν μόνον αυτό; Ο απέναντι, κάθε μέρα γυρίζει μεθυσμένος, βάζει στο ηχοσύστημα μέταλ και κοπανιέται στους τοίχους. Ανοιγοκλείνει τις πόρτες. Βάζει πριόνια κι άλλες φορές, με κανονικό πριόνι ανοίγει τρύπες?! Κανείς δεν ξέρει πως μοιάζει η φάτσα του και τι άλλες δραστηριότητες μπορεί να κάνει μέσα στο δωμάτιό του. Ε ναι λοιπόν, η μουφάρα εκδρομή με το πλοιάριο είναι ένα τίποτα μπροστά στο δράμα της Φού. Ένα τίποτα μπροστά στην ψυχική οδύνη που περνούν οι κάτοικοι των Εστουντινών. «Δεν το βλέπει ο ήλιος ποτέ κι επειδή έτυχε να έχει μπαλκόνι, όλοι οι από επάνω όροφοι πετάνε στην απλώστρα μου τις γόπες τους», παραπονέθηκε.

Πάνω στην ώρα, η Μαρί ήθελε να καπνίσει. «Μη μου πείτε ότι δε μπορώ να καπνίσω πάνω στο πλοίο;», είπε μετά από λίγο με το φιλτράκι  σφηνωμένο στα χείλη. «Δεν μπορείς! Απαγορεύεται!», της είπαν τα κορίτσια και της έδειξαν τη σήμανση. «Για να μη λερώσει η γόπα μου το Γκαρόν;;;;», είπε δυσαρεστημένη, ενώ χιλιάδες φουσκάλες και σκουπιδάκια επέπλεαν δίπλα από το κεφάλι της, στο κάδρο της φωτογραφίας.

Άλλες πληροφορίες:  
Στη μουφοβαρκάδα γινόταν η δεξίωση ενός γάμου συγχρόνως: Η νύφη φορούσε την ταπετσαρία του  τοίχου για νυφικό, ένα μωρό πίσω μας  έκανε διάρροια και μύριζε υπέροχα, η ανθοδέσμη τρωγόταν (ζαχαρωτά που έμοιαζαν με πλαστικό), πάνω από τη φάτσα του γαμπρού είχε περάσει τρόλλευ, ο κώλος της πεθεράς πήγαινε κι ερχόταν (έβγαζε φωτογραφίες) και το κέρασμα ήταν… macarons, μπαγιάτικα και τυποποιημένα (σαν αυτά που πουλάνε στα σουβενίρ).  Κέρασμα για τα 7 άτομα που ήταν μαζί, δεν εννοώ ότι κέρασαν κι εμάς βεβαίως- βεβαίως. Δεξιοσάρα! 

No comments:

Post a Comment

Any comments?