9.5.11

Ο χορός των Ντεμπυτάντ vol2


Ο Iron Man εκδήλωσε από νωρίς την έμφυτη τάση του στο mixology. Χωρίς ποτέ κανείς να του έχει επιβεβαιώσει την υποψία ταλέντου του στο μπαρ, εκείνος με σιγουριά άπλωσε μια στρατιά από σφηνοπότηρα, έφτιαξε ένα περίεργο μείγμα κι άρχισε να σερβίρει. Η κατά τέσσερις ώρες αργοπορημένη Ντράνα είχε την τιμή να δοκιμάσει το μυστηριώδες σφηνάκι.  Οι φωνές της κάλυψαν τη μουσική, «με φαρμάκωσε! Με φαρμάκωσε!» επαναλάμβανε τσιριχτά.

Στην άλλη μεριά του κήπου, ετοιμάζομαι να μοιραστώ τα χόρτα που μάζεψα με τη Ζωζώ. Πλησιάζω, γέρνω στο αφτί της κι αρχίζει η λογοδιάρροια. Ήταν τόσα πολλά αυτά που είχα να πω, δεν προλάβαινα. Ανοιγόκλεινα το στόμα μου ακατάπαυστα, με στόμφο. Ίδρωσε το αφτί της, με τα δάχτυλα πέρασε τα μαλλιά της πίσω από τα αφτιά της κι ο λοβός πετάχτηκε προς τα έξω. Συνέχισα την αναμετάδοση και τη στιγμή που η αγωνία κορυφώνεται, στις λέξεις και στη μασέλα μου που ανοιγόκλεινε με ταχύτητα φωτός, το αφτί της Ζωζώς βρίσκεται ανάμεσα στα δόντια μου! Κράτς! Η Ζωζώ πετάγεται δέκα μέτρα μακριά, ασπρίζει από τον πόνο, αλλά από το ξάφνιασμα δεν της βγαίνει ούτε καν η κραυγή του πόνου, έχει μείνει άναυδη! «Καρπούζι- νερό;», παρεμβαίνει με τη γλυκιά γαϊδούροφωνάρα του ο Iron Man. «Το αφτί  μου!», αποκρίνεται ύστερα από τόσα ατελείωτα λεπτά σιωπηρής υπομονής η Ζωζώ και ψάχνει στο πάτωμα να βρει το ακρωτηριασμένο αφτί. Τελικά ήταν στη θέση του! «Καρπούζι- νεράκι;», ξανα προτείνει ο Iron Man, που δεν κρατιέται να κοκορευτεί για την 100ή φουρνιά σφηνακίων. «Έλα, φάρμακο είναι, φάρμακο!», της λέω ντροπιασμένη και συνάμα πνιγμένη από τα γέλια.

«Έχει μεθύσει ο Iron Man;» με ρωτάει η Ντράνα απεγνωσμένη, γιατί ήταν η μόνη που από ευγένεια έπινε τα καρπουζοσφηνάκια, που εγώ πέταγα στη γλάστρα δίπλα μου. «Όχι, δεν είμαι! Είμαι απλά λίγο χαρούμενος…» λέει και σίγουρος για την επιτυχία της συνταγής, σερβίρει και τους αγνώστους.  Μετά από αυτό, οι καλεσμένοι άρχισαν να φεύγουν δυο-δυό με βήμα ταχύ. Φοβήθηκαν μη τους δαγκώσω τα αφτιά; Μη τους ποτίσει ο Iron Man  με καρπουζοζούμι;

Μείναμε εμείς κι εμείς… Βασικά, όχι, μας μπαστακώθηκε και μια φακλάνα αγνώστου ταυτότητας, που λιμπιζόταν τον BlueEyes και δεν έλεγε να ξεκολλήσει. Θύμιζε τσαπατσούλα τουρίστρια στην Ίο, από αυτές που φλερτάρουν απροκάλυπτα, αλλά που είναι αδέξιες να δαμάσουν την γκαουτσαλοσύνη τους. Λυσσάρα!Ο BlueEyes μάλλον έδειχνε ευγενικός, αλλά εκείνη δεν χαμπάριαζε, ολοένα και ξεθάρρευε. 

Πολύ φλερτ, πολύ μέλι, πολύ κούνημα από όλες τις μεριές, αλλά τηγανίτα  τίποτα! Χριστέ μου… έχουμε ξεχάσει και πως γίνεται μου φαίνεται…

Αυτή τη φορά, το ήπια το σφηνάκι. Κι αυτή τη φορά δεν ήταν καθόλου πικρό, απεναντίας, ήταν γλυκό, όπως ο έρωτας…  Ακόμη κι ένας Iron Man, φτιαγμένος από ατσάλι, μπορεί να έχει ζεστή καρδιά.  Μπορεί να χρειαζόταν λίγο καρπουζόνερο παραπάνω, αλλά στο τέλος το φιλί του ήταν τρυφερό, σαν αγκαλιά μικρού παιδιού. 

Φύγαμε χέρι- χέρι και δεν γύρισα πίσω να κοιτάξω τι κάνανε οι άλλοι… 

No comments:

Post a Comment

Any comments?