8.7.14

Στην αγκαλιά ενός άκαρδου

Αν έχει τύχει ποτέ να σε έχω πάρει αγκαλιά, θα πρέπει να ξέρεις ότι το ένιωθα. Ειδικά αν το έκανα στον ύπνο μου, ή στη λύπη μου. Στριφογύριζα στο κρεβάτι ήδη 3 ώρες τώρα γιατί η αλήθεια είναι ότι κάτι με χαλάει, κάτι με βαραίνει, κάτι με στεναχωρεί και ακόμα δεν ξέρω τι ακριβώς είναι. Μπορεί να είναι πολλά μαζί. Πολλά μαζεμένα, ξέρω κι εγώ; Το παρακάτω κείμενο είναι μια πολύ κακή ιδέα, όπως και κάθε τι που γράφεται εκτός τουίτερ μετά τις 2 το βράδυ.

Την τελευταία φορά που σου είπα για εμένα ήταν τότε που είχα πάθει Ψυχαναγκασμό και είχα γίνει Δρομέας. Περπατούσα, περπατούσα. Μήπως τελικά απλώς ήθελα να πάω μπροστά; Κι όμως, ήθελα πολύ να περπατήσω εκείνο το πρωί, γιατί το προηγούμενο βράδυ είχα βιώσει κάτι τρομερό. Ο άνθρωπος που με είχε αγκαλιά για να κοιμηθούμε και την ίδια στιγμή που μπορεί να μου χάιδευε την πλάτη, μου έλεγε με αυτές τις λέξεις ακριβώς, ότι στην πραγματικότητα δεν νιώθει τίποτα για εμένα. Και ειλικρινά δεν ξέρω πως γίνεται να σε αγκαλιάζει κάποιος ψεύτικα και να το κάνει να φαίνεται τόσο καλά. Ή μάλλον, να σε αγκαλιάζει χωρίς να νιώθει τίποτα, αλλά να σε κάνει να νιώθεις τόσο καλά – προφανώς όταν σου λέει ότι δεν νιώθει, το καλά δεν είναι τόσο καλά, αλλά σκέψου το ίδιο σκηνικό στο μουγκό του. Επίσης εμείς οι Κριοί εκτιμούμε πολύ την ειλικρίνεια, οπότε δεν κρατάμε κακία για πολύ.

Δεν είναι ότι έχασα και τον ύπνο μου, γιατί άλλωστε η στιγμή μου μαζί του είχε περάσει και το ήξερα ήδη. Είναι όμως που κάποτε υπήρξε εκείνη η στιγμή, που όταν άκουγα τη φωνή του με έπιανε μια μίνι ταχυκαρδία και που ανυπομονούσα να τον συναντήσω. Δεν ήταν έρωτας, αλλά δεν ήταν και «δε νιώθω τίποτα». Αυτό που μου έλεγε ήταν απίστευτο, εγώ νόμιζα ότι ο μόνος άνθρωπος για τον οποίο δε νιώθω τίποτα απολύτως, είναι ένας οποιοσδήποτε άνθρωπος που δεν ξέρω ότι υπάρχει. Αυτό το «τίποτα» με έκανε έξαλλη.

Ξύπνησα στραβωμένη, σαν μέσα μου να υπήρχε ωρολογιακή βόμβα. Αυτό ήταν «θυμός», κι όχι «τίποτα». Και λίγο μετά, όταν απομακρύνθηκε και πάγωσε λίγο, εκεί, που είχα πάρει φόρα και περπατούσα-περπατούσα, ήρθε αυτό το άγνωστο μέχρι τότε συναίσθημα. Ένιωθα ότι άδειασα. Χειρότερο από το θύμωσα – σαφώς- καλύτερο από το «πέθανα».

Κάπως έτσι έμαθα πως είναι να μη νιώθεις τίποτα για έναν άνθρωπο. Ούτε καρδιοχτύπι, ούτε θυμό, ούτε τίποτα απολύτως. Η διαφορά είναι ότι εγώ δεν νιώθω τίποτα για τον συγκεκριμένο άνθρωπο, όχι για όλους τους ανθρώπους που θα βρεθούν στο δρόμο μου παρακάτω… Γιατί αν πίστευα ότι δεν θα νιώσω ποτέ ξανά τίποτα και για κανέναν, θα έλεγα ξεκάθαρα ότι πέθανα!


Υ.Γ. Έτσι για την ιστορία, επειδή είμαι και τρελή ψωνάρα, δεν τον πίστεψα καν. 

No comments:

Post a Comment

Any comments?