11.12.12

«Η Ρούλα η τρελή»


Θα θυμάστε βέβαια τις περιπέτειες της Μπέμπας, τότε που έτρεχε στο ΙΚΑ κι έπαιζε μπουνιές με τις γριές για να διεκδικήσει μια θέση στον ήλιο…ή έστω στη σειρά…Ήρθε κι η σειρά μου λοιπόν. Ανέβηκα-κατέβηκα τουλάχιστον είκοσι φορές στο δεύτερο όροφο. Επισκέφθηκα-μπούκαρα τρείς φορές το πλησιέστερο Φωτοτυπάδικο. Αντάλλαξε χαρτάκια-νουμεράκια κι άκουσα κι άλλες ιστορίες-μπουρδολογίες απο φλύαρες γριές-κωλόγριες, που δεν έχουν τι να ασχοληθούν παρά με τη «Ρούλα την τρελή».

«Αυτή, δε ξέρει τι έχει…», αφηγούταν-βροντοφώναζε η γριά στις άλλες σιωπηλές και καλάγαθες γριές. Εγώ κόντευα να εκραγώ μέσα στο μπουφάν-πανοπλία μου, μιά απο τη ζέστη και μια απο τα νεύρα. Μόνο δύο γκισέ εξυπηρετούσαν τον κοσμάκη. Εφτά το πρωί έφτασα απ’έξω και ήδη οι παράφρονες με είχαν προλάβει, είχαν κολλήσει σα χλαπάτσες στην πόρτα και περίμεναν να πάει 8 για να μπούμε μέσα. Νόμιζα οτι περνώντας το κατώφλι τα δύσκολα πέρασαν. Που να ήξερα, οτι τρεις ώρες μετά θα φοράω ακόμα το μπουφάν, θα τρέχω πάνω-κάτω και μέσα-εξω με δεκάδες χαρτιά για έναν απλό επταψήφιο αριθμό, τον αριθμό μητρώου. Προσελήφθη η κυρά Αλέξω, φίλοι μου. Στα 24,8 της χρόνια κατάφερε να βρει στο Ελλαδιστάν νόμιμη εργασία, αμή, αμή.

«Είναι πάμπλουτη και πάει και τρώει απο τα σκουπίδια η βρώμα!», έλεγε η γριά και σούφρωνε τα χείλη, έλεγες οτι θα αφοδεύσει απο το στόμα με τόση κακία. Ούτε για τη νύφη της να μιλούσε! Κι εγώ να απορώ, τι σκατά κάνουν όλες αυτές οι γριές στο μητρώο; Τις προσέλαβαν κι αυτές; Μπα, δουλειές των παιδιών τους και των εγγονιών τους, που προφανώς δεν είχαν την τύχη να πάρουν «τρίωρη άδεια» όπως εγώ, για να κάνω τη δουλειά μου. Άσε που εγώ ήθελα δίωρη, η μπουχέσα, νόμιζα οτι θα ξεμπερδέψω τόσο απλά! Παράπονο δεν έχω όμως, στη νέα μου δουλειά υπάρχει  αλληλοσεβασμός, υπευθυνότητα και πάνω απο όλα σοβαρότητα. Πράγματα αυτονόητα σε ένα εργασιακό καθεστός, που απλά ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ στην Ελλάδα. Επιτέλους, μια εταιρεία που είναι τυπική σε όλα, πίστευα οτι δεν θα μου συμβεί ποτέ. Οπότε χαλάλι και η ταλαιπωρία του ΙΚΑ.

«Μένει απέναντι απο το μανάβικο κι όταν κλείσουν τρέχει στα σκουπίδια να μαζέψει ό,τι έχουν πετάξει, η Ρούλα η τρελή». Απο τα δύο γκισέ που εξυπηρετούσαν τον κοσμάκη, το ένα ήταν άχρηστο τελείως, μια παραπληγική αργόσχολη μανταμάρα, που δεν ήξερε ούτε το enter που βρίσκεται στο πληκτρολόγιο, με καμία διάθεση να εξυπηρετήσει κανέναν, έκανε ό,τι μπορεί για να καθυστερήσει τα νουμεράκια. Αυτή στο 14 πες κι ο συνάδλφός της στο 20. Κι εγώ με νούμερο 56 παρακαλώ!

«Η Ρούλα, μωρέ, η τρελή! Έτσι την ελέω γώ, η Τρελή». Όσες φορές κι αν ανεβοκατέβαινα τους ορόφους, όποτε πήγαινα να δω που έχει φτάσει το νουμεράκι, η κωλόγρια έλεγε ακόμη για τη Ρούλα την τρελή. Σε ένα άλλο τμήμα, ή μήπως να το πω department γιατί ζούμε σε σύγχρονη Ευρωπαϊκή χώρα βεβαίως-βεβαίως, δύο κυράντζες (όχι απλές κυράτσες δηλαδή) ξεμαλλιαζόντουσαν γιατί η μία άρπαξε το νουμεράκι της άλλης. «Λες κι είχα το αρνί στα χέρια και το βούτηξες για να προλάβεις να φας!», της έλεγε. Η εικόνα σιχαμένη στο μυαλό μου, λίπη να τρέχουνε από το στόμα της μιανής, λάδια να κυλούν από τα χέρια της αλληνής! Μπλιάξ! Τη Ρούλα καλύτερα, τη Ρούλα!

Ανεβαίνω για τελευταία φορά στον όροφο που πρέπει, έχω πλέον συμπληρώσει όοοολες τις αιτήσεις, έχω μαζί μου όοοολα τα χαρτιά (από τύχη, είχα φέρει μαζί μου ό,τι επίσημο χαρτί έχει βγει από τότε που γεννήθηκα, μέχρι και πλαστή ληξιαρχική πράξη του θανάτου μου, για να είμαι σίγουρη!). Καταφέρνω να πάρω τον πολυπόθητο αριθμό μητρώου. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Μου έρχεται να δακρύσω από χαρά. «Και τώρα που πρέπει να πάω;» ρωτάω τον κυριούλη, ούσα χίλια τοις εκατό σίγουρη ότι πρέπει να ταλαιπωρηθώ κι άλλο, δε μπορεί! Κι όμως, τα βάσανα είχαν τελειώσει…

«Η Ρούλα η τρελή, ούτε ξέρει τι έχει… Η μάνα της όμως ήταν ζητιάνα! Γι’αυτό πάει και τρώει από τα σκουπίδια η γύφτισσα!», συμπλήρωσε η γριά και λίγο πριν φύγω κατάλαβα για ποια Ρούλα μιλάει. Την ξέρετε όλοι φυσικά…Δεν ξέρω αν αληθεύει ότι τρώει από τα σκουπίδια, ξέρω σίγουρα ότι δεν είναι πάμπλουτη όμως. Κι ότι κανένας άνθρωπος που τρώει από τα σκουπίδια δεν είναι «ζητιάνος». Μια κοινωνία από τέτοιες κακιές γριές τον κάνουν να χάνει την αξιοπρέπειά του, με το σκληρό λόγο τους, με τη σκέψη-χολή, με το απαξιωτικό βλέμμα. Και να ξέρεις, το χειρότερο είναι ότι οι άλλες παλιόγριες συμφωνούσαν και συνέχιζαν να τη λένε ζητιάνα και τρελή.

Ούτε η Βουλή, ούτε η τηλεόραση είναι ο καθρέπτης της κοινωνίας μας, της χώρας μας, του συστήματος που μας κυβερνάει. Η μικρογραφία αυτού του άθλιου πραγματικά κράτους είναι οι δημόσιες υπηρεσίες σαν το ΙΚΑ που επισκέφθηκα σήμερα. Αργόσχολοι , ανήμποροι, ανεπαρκείς στην εξουσία, κακόβουλοι, απάνθρωποι και πρόβατα οι από κάτω. 

Το "μπουρδέλο" είναι λίγο για να το περιγράψω. Είμαστε κι Ευρωπαίοι, ας το ονομάσουμε "Μπορντέλ".


No comments:

Post a Comment

Any comments?