3.6.12

Πέντε λεπτά ακόμα…



Kάθε μικροαντικείμενο που πετάω ή συσκευάζω, μπορεί και αλλάζει τον χώρο. Έτσι νιώθω… Ο χώρος μου αλλάζει ασταμάτητα, γίνεται χώρος άγνωστος, αφιλόξενος… Κάθε αντικείμενο που μετακινείται, μου φέρνει στο νου  άλλη  εποχή … Όταν για παράδειγμα ξαναπήγα το κρεβάτι στην αρχική θέση του (για να καλύψω τη μαύρη τρύπα στο χαλί), ξανάγιναν όλα όπως πριν. Όταν κάθομαι ανάποδα, θυμάμαι την εξεταστική και την ηλιοθεραπεία στο κρεβάτι, που τελικά δίπλωνε κι ανάποδα και γινότανε σεζλόνγκ.  Ή όταν άφησα το σέηκερ και το τιρμπουσόν μου στο σπίτι ενός φίλου, εμένα δε θα μου ξαναχρειαστούν…θυμήθηκα εκείνα τα ανυπόφορα πρωινά της Δευτέρας που έφτιαχνα ένα τεράστιο φραπέ ενώ μέσα στην αίθουσα είχε μείων δύο, πως αλλιώς να αντέξει κανείς το δίκαιο στα γαλλικά κι από ψευδό καθηγητή; Έπρεπε να παγώσω τον εγκέφαλο!  Το τιρμπουσόν ήταν δώρο του μπαμπά τον Οκτώβριο. Κι ήταν η έναρξη των σουαρέ κρασιού στο σπίτι μου, που μέχρι τότε πίναμε σόδες.

Ποτέ δεν μου χρησίμευσαν όλα τα σερβίτσια, αλλά ξέρεις, όταν έχει μόνο ένα δύο πιρούνια δεν μοιάζει να είσαι σε σπίτι. Ενώ αν έχεις τέσσερα ζευγάρια από όλα, it feels like home λίγο παραπάνω. Τα ίδια και με τις κούπες του καφέ. Την πρώτη κούπα την έφερα από την Ελλάδα και τις δύο επόμενες της πήρα με τη μητέρα τον Ιούλιο στο monoprix, μια λαχανιά και μία κόκκινη, ασορτί με πιατάκι και σουβέρ. Είχαμε αγοράσει του κόσμου τα πράγματα, μέχρι και τον κουβά και την σφουγγαρίστρα και ήταν Τετάρτη, το πρώτο βράδυ που κοιμήθηκα στο σπίτι αυτό. Όταν ξαναήρθα τον Σεπτέμβριο έφερα και τις κουρτίνες. Τις έραψε η μαμά με τα χεράκια της, εννοείται ότι οι διαστάσεις της κουρτίνας και του παραθύρου δεν είχαν καμία σχέση τελικά, από το ένα παράθυρο με βλέπανε γυμνή όλοι οι γείτονες! Πάνε για φούντο οι κουρτίνες… Πάνε για φούντο και τα μισά ρούχα γιατί δε χωράνε στις βαλίτσες… Πάρτι θα κάνουν οι κλωσάρ!

Γελάω πολύ αυτές τις μέρες με τις σκέψεις που κάνω. Στο μυαλό μου έχω ήδη φύγει από την Τουλούζη, αλήθεια… Έφυγα όταν αποχαιρέτησα τον πρώτο δικό μου άνθρωπο εδώ, η πρώτη φορά που χρειάστηκε να πω αντίο… Εκεί τελειώσανε όλα.Πάνε λίγες μέρες τώρα, το μάτι είχε γίνει βατράχινο απο το κλάμμα κι ακόμα νομίζω οτι είναι φάρσα, χωρίς αυτό το άτομο η πόλη είναι άλλη, δεν είναι η ίδια... Κάθε φορά που αφήνω έναν άνθρωπο πίσω, η πόλη αλλάζει όψη. Εμένα μου αρέσει κι η πόλη, αλλά δεν μπορώ να τη φανταστώ χωρίς τους ανθρώπους αυτούς. Γελάω λοιπόν, γιατί το κάνω από αντίδραση κυρίως και χαίρομαι που φεύγω από τους πρώτους, τελικά, δεν θέλω να δω τη φθορά αυτής της τόσο ''τέλειας φάσης''. Δεν θέλω να δω αυτή την πόλη άδεια… Δεν μπορείς να τη νιώσεις σπίτι σου αν έχεις μόνο από δύο σετ τα σερβίτσια… Χρειάζεται κάτι παραπάνω…


 Ετσι λοιπόν, εδώ και λίγες ημέρες, είμαι  μεταξύ  φάση άρνησης και φάση «συνειδητοποίησης» της κατάστασης, μουρμουράω μόνη μου «αααα πέντε λεπτά ακόμαααα», στον ακριβώς ίδιο τόνο που ζητάς πέντε λεπτά ακόμα από το ξυπνητήρι σου. Αμ δε… Όλα έχουν μια ημερομηνία λήξης, το ξέρουμε αυτό. Το φοβόμαστε. Το περιμένουμε. Καθόμαστε να το υποστούμε. Το ξεπερνάμε. Είναι όμως αυτό το ακατανίκητο συναίσθημα της απώλειας, κι όλα αυτά που βρίσκονται ανάμεσα στο «περιμένουμε» και το «υποστούμε» κι όσα ακολουθούν από το «υποστούμε» στο «ξεπερνάμε».

1 comment:

  1. Kαι θα ξεκινήσεις κάτι νέο επιστρέφοντας και θα έχεις όλες τις υπέροχες αναμνήσεις και τους ανθρώπους και τα συναισθήματα. Κι ας μην τους συναντάς πια κάθε μέρα στη σχολή και στην Τουλούζη, γιατί αυτά που έζησες και μοιράστηκες είναι ολόδικά σου. Ε, αν μη τι άλλο είναι καλοκαίρι, η ελληνική θάλασσα θα βρει τρόπο να σε παρηγορήσει:-)

    ReplyDelete

Any comments?