16.3.12

Αποστολή Σεντρίνκ vol1


(η συμμορία με το Μαρκαδόρο ξαναχτυπά)

Η Αρχιμαφιόζα είχε βάσιμες υποψίες ότι ο Σεντρίνκ δεν είναι αυτό που φαίνεται. Τον είχε βάλει στο μάτι από καιρό, τον παρακολουθούσε στενά, πάντα με τη συνοδεία του Κοντού και της Τσίχλας και το σκοτεινό μπακράουντ της Τολόζας.

Όλα ξεκίνησαν ένα δειλινό του Οκτωβρίου, όπου οι τρείς πράκτορες θα συναντούσαν τη Μαρί ντε Λουά, τη δικηγόρο, για να τους δώσει κάποιες βασικές κατευθύνσεις για τη νέα τους πόλη. Η Αρχιμαφιόζα δεν είχε συνεργαστεί ποτέ ξανά με τον Κοντό και την Τσίχλα τη γνώριζε ελάχιστα, δεν είχε εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους, ήταν επιφυλακτική, άλλωστε μετά τη χρόνια συνεργασία με τη Τζέν-τζέν, τη Ντράνα, τη Μπέμπα και τη Ζωζώ, ήταν δύσκολο να προσαρμοστεί σε νέα συμμορία. Η ζωή βλέπεις… Από την άλλη, η Τσίχλα και ο Κοντός φλερτάρανε επίμονα για κάποιο διάστημα, αλλά τελικά είχαν μείνει φίλοι.  «Λοιπόν! Δεν θα παραδεχτείτε ποτέ στο Ίντερνετ αξιόποινες πράξεις! Θα βρισκόσαστε κάθε Δευτέρα βράδυ εδώ, σε αυτό το τραπέζι και θα έρχεστε σε επικοινωνία αφήνοντας μηνύματα στο σουβέρ, με διάφανο μαρκαδόρο. Η Εταιρεία σας ονομάζει η Συμμορία με το Μαρκαδόρο. Θα είμαι στην πόλη μέχρι το Δεκέμβριο, μετά βγάλτε τα πέρα μόνοι σας. Δεν θα αγγίξετε ποτέ τα βραχιόλια μου και η πρώτη σας αποστολή είναι να βγάλετε από μέσα τη Χοντρή Διευθύντρια. Αυτή θα είναι η αμοιβή μου», είπε, ρυτιδιάζοντας λίγο το μέτωπο και ρίχνοντας την κόκκινη μαλλούπα δεξιά,  όλο σκέρτσο. Η αποστολή της Χοντρής Διευθύντριας δεν μπήκε ποτέ σε εφαρμογή, γιατί τελικά η χοντρή αποδείχτηκε έγκυος, κι η Εταιρεία, έχει μια ιδιαίτερη ευαισθησία στις χοντρές που μένουν έγκυες.

Έτσι κι έγινε, οι τρείς πράκτορες συνεδριάζανε κάθε Δευτέρα βράδυ σε εκείνο το απόκοσμο μπαρ, όπου μόνο κακός κόσμος μπαινόβγαινε. Αν κοίταζες γύρω σου, ήταν ξεκάθαρο ότι πρόκειται για στέκι μυστικών πρακτόρων, μαφιόζων, συμμοριών… Στην άκρη του μπαρ από την πλευρά της πόρτας, καθόταν πάντα ο Τσέχος. Παράγγελλε πάντοτε «chou coffee». Κάπου στο κέντρο ήταν ο Μάρτης, ο τύπος με το λευκό κουστούμι, το πορτοκαλί καπέλο και την πίπα. Διάβαζε πάντοτε ένα βιβλίο για ξεκάρφωμα. Από την άλλη μεριά του μπαρ, βρισκόντουσαν οι Ρωσίδες πρακτόρισσες, ειδικά αυτές, ήταν πάντοτε εκεί. Αυτός ήταν άλλωστε κι ένας από τους κανόνες… Η παραγγελία και η θέση του καθένα δεν ήταν ποτέ τυχαία κι ο Σεντρίκ, το ήξερε καλά.  

Ο Σεντρίκ είχε πολύ σκοτεινή και μυστηριώδη φυσιογνωμία. Είχε μια άγρια γενειάδα που κάλυπτε σχεδόν όλο του το πρόσωπο. Τα μάτια του ήταν όμορφα, αλλά σκοτεινά. Δεν χαμογελούσε ποτέ, αλλά κοίταζε περίεργα, ανήσυχα. Είχε παρουσιαστεί ως μπάρμαν, αλλά κάτι έκρυβε… Τον πρόδωσε ένα από τα τατουάζ του, η Αρχιμαφιόζα το διέκρινε σχεδόν αμέσως. Κάθε φορά που έσφιγγε το μπράτσο και οι γυναίκες λιποθυμούσαν στο θέαμα, η Αρχιμαφιόζα το κοίταγε με αηδία κι όσο το σκεφτόταν, τόσο σιγουρευόταν ότι «αυτός είναι». Σύντομα κατάλαβε ότι οι Ρωσίδες στην άκρη του μπαρ ήταν δικές του, φυλάγανε τα νώτα του. Κι έτσι, δεν μπορούσε να τον  ξεσκεπάσει μονομιάς, έπρεπε να καταστρώσει σχέδιο, να τον απομονώσει από τις Ρωσίδες. Ο Κοντός κι η Τσίχλα μπήκαν αμέσως στο κόλπο. Οι επισκέψεις στο μπαρ άρχισαν να πυκνώνουν, μέχρι που η Τσίχλα απεγνωσμένη μια μέρα, δήλωσε ότι δεν αντέχει άλλο. «Κοντεύω να γίνω αλκοολική, δεν γίνεται. Πρέπει να προχωρήσει το σχέδιο!».

Κάθε φορά, γινόταν το ίδιο σκηνικό. Οι πράκτορες καθόντουσαν στο συγκεκριμένο τραπέζι, στις συγκεκριμένες θέσεις. Λοξοκοιτιόντουσαν με τις Ρωσίδες, χαιρετιόντουσαν με τον Τσέχο. Η Αρχιμαφιόζα πλησίαζε τον Σεντρίνκ και ο διάλογος «Bonsoir»- «Αngelus»- «Voila»- «Μerci» επαναλαμβανόταν, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Μέχρι που μια μέρα, αποφάσισε να σπάσει τον Κώδικα της Μαρί ντε Λουά, και παρήγγειλε κάτι άλλο από τα συνηθισμένα… 

No comments:

Post a Comment

Any comments?