26.4.18

Ταξιδεύοντας με τον Μαύρο Σίφουνα




Ο Μαύρος Σίφουνας ήρθε στην κυριότητά μου το 2006, όταν ήταν ήδη πέντε χρονών. Δεν τον αγάπησα καθόλου, ήμουν εξ αρχής επιφυλακτική μαζί του, γιατί ο πρώτος είναι πρώτος και ο δεύτερος τίποτα και το πρώτο σου αμάξι το αγαπάς, ενώ για το δεύτερο σκασίλα σου.

Ο Σίφουνας είναι καλός, δεν φταίει σε τίποτα. Παρότι τον κακομεταχειρίζομαι χρόνια τώρα…με αντέχει. Τους πρώτους μήνες της σχέσης μας τρακάραμε με μια πέτρα και χάσαμε την πορεία μας και κινδυνεύαμε να πέσουμε στο γκρεμό με τις αγελάδες στα Μάρμαρα ή σαν εναλλακτική επιλογή να φρενάρουμε στο βράχο από την άλλη πλευρά. Τελικά βρήκαμε την ευθεία και γλιτώσαμε με την αεροτομή να έχει πετάξει λίγα μέτρα παρακάτω, τίποτα σοβαρό. Τον επόμενο χρόνο, μουτζώσαμε έναν κύριο (ο θεός να τον κάνει) κι εκείνος μας κυνήγησε λυσσαλέα, μας πλάγιαζε, μας στίμωχνε, μπήκε στο αντίθετο ρεύμα προκειμένου να μας τρομοκρατήσει. Κατεβάσαμε το παράθυρο και τον βρίσαμε, δεν φοβηθήκαμε. Λίγο καιρό μετά, τρέχαμε ξημερώματα στα Εξάρχεια χωρίς ζώνη, με το κινητό και το gps στο χέρι, αναζητώντας την οδό Μπενάκη για να μαζέψουμε το άλλο κινητό μου, όπως συχνά συμβαίνει, το είχα ξεχάσει. Είχαμε το θράσος να ρωτήσουμε τους μπάτσους αν πηγαίνουμε σωστά. Και πάλι βγήκαμε αλώβητοι, αλλά στην επιστροφή χάσαμε την 1η ταχύτητα και αναγκαστικά, πήγαμε να το επισκευάσουμε. Και παρεμπιπτόντως φτιάξαμε και την αεροτομή.

Πήγαμε βόλτες μόνοι μας για να κλάψουμε κάπου με ωραία θέα… Κι άλλες φορές, πήραμε και την Ειρήνη μαζί κι ανεβήκαμε στο βουνό για να πιούμε και να κλάψουμε παρέα. Τον πρώτο καιρό που άρχισα να δουλεύω, είχε εκπαιδευτεί να με πηγαίνει χωρίς βενζίνη. Μα ούτε αυτό είχα εκτιμήσει αρκετά, απλά δεν έδινα σημασία… Και τα χρόνια περνούσαν κι ο Σίφουνας ήταν πιστός, μέχρι που μια μέρα επαναστάτησε κι άρχισε να μου κάνει τσαλιμάκια. Του θύμωσα πολύ, κι αφού με εκβίασε αφήνοντάς με στην αριστερή λωρίδα στον παλιό Ιππόδρομο, χωρίς φρένα και με κλειδωμένο το τιμόνι, αναγκάστηκα να του πάρω αυτό που τόσο ήθελε. Αισθητήρα λάμδα και κάτι άλλα ακαταλαβίστικα.

Τα τελευταία χρόνια πίστευα ότι έχει Πάρκινσον, εκείνος βέβαια το αρνιόταν, έλεγε ότι είναι power plate κι ότι το κάνει επίτηδες, πρώτον για να γυμνάζομαι ενώ οδηγώ και δεύτερον, για να τραβάω τα βλέμματα στην παραλιακή (το Χάρο με τα μάτια τους οι άνθρωποι). Ούτε η Ίντι τον χώνευε. Μια μέρα την άφησα μέσα και μπήκα στο βίντεο κλάμπ κι όταν είχα βγει του είχε φάει το μισό χειρόφρενο.

Είχα σκεφτεί να τον εγκαταλείψω. Έτσι κι εγώ, από το καλοκαίρι και μετά, αφού είδα ότι το power plate δεν έχει αποτελέσματα, τον άφησα βρωμιάρη και συχνά τον πάρκαρα αφήνοντας τάχα μου επάνω τα κλειδιά μπας και στραβωθεί κανείς και μου τον κλέψει.

Τελικά, τον πήγα για service και ολική επαναφορά, αφού κανείς δεν τον έκλεψε. Κι είχαν περάσει δέκα χρόνια από την τελευταία φορά (#true_story #απαράδεκτη #τραγική). Ο μηχανικός έτριβε τα μάτια του. «Μα αυτό δεν είναι αμάξι… Αυτό είναι θαύμα! Πως σε άντεξε; Μανάρι μου, έχεις δέκα χρόνια να του κάνεις σέρβις!». Έλα ντε… Πως με άντεξε. Και κυρίως, πως πέρασαν τόσα χρόνια χωρίς να το καταλάβω;

 Ο Μαύρος Σίφουνας έγινε σαν καινούργιος. Φτού μην τον ματιάσω. Κι ας μην τον συμπαθώ. Είναι το καλό παιδί που θέλεις απλά να μείνετε φίλοι, ξέρεις…

No comments:

Post a Comment

Any comments?