12.8.11

Το survivor του παππού vol 4



Το survivor του παππού vol 4
Το αυτοκίνητο έκανε ξανά αναστροφή κι αυτή τη φορά πέταξε τα μεγάλα του φώτα πάνω στο αυτοκίνητο της κοπέλας. Η αλήθεια είναι πως έμοιαζε παρατημένο στην άκρη του δρόμου, μέσα στο απόλυτο σκοτάδι… Το ζευγάρι παρακολουθούσε πίσω από τις καλαμιές, τους φάνηκε περίεργο, γιατί ο δρόμος δεν ήταν πολυσύχναστος, γιατί όταν βλέπεις στην ερημιά ένα σταματημένο αυτοκίνητο τα πρώτα σενάρια που κάνεις είναι πως κάποιος κατέβηκε να κατουρήσει, ή κάποιοι κάνουν πονηρά παιχνιδάκια. Φεύγεις ήσυχα και διακριτικά και στις δυο περιπτώσεις, δεν κολλάς τη μούρη σου στο τζάμι, ούτε ψάχνεις με φώς στους θάμνους να τσακώσεις τον κατουρημένο. Πλησίασαν πολύ κοντά… Μήπως ήθελαν να διαρρήξουν το τζιπάκι;
  Δεν υπήρχε αμφιβολία, κάτι περίεργο συνέβαινε.
Το αγόρι  τους αναβόσβησε τον φακό για να τους τρομάξει κι η κοπέλα πάτησε το συναγερμό του αυτοκινήτου για να αναβοσβήσουν τα αλάρμ. Το αυτοκίνητο ξαφνικά έφυγε βολίδα προς τον κεντρικό δρόμο! «Τι διάβολο;», φώναξε το αγόρι και πετάχτηκε στο δρόμο να τους κυνηγήσει, να προλάβει να δει τις πινακίδες. Λίγα λεπτά μετά το αυτοκίνητο επιστρέφει κι ο οδηγός σταματάει δίπλα στην κοπέλα, κατεβάζει το τζάμι… Ήταν ένας νεαρός άνδρας, τριάντα, τριανταπέντε χρονών το πολύ, με μεγάλα στρογγυλά γαλανά μάτια, ψυχρά αλλά και όμορφα. Δίπλα του καθόταν μια κοπέλα στην ίδια περίπου ηλικία, ροδαλή από τον ήλιο με σταχτί σγουρό μαλλί.  «Συγνώμη, do you speak English?», είπε ο οδηγός. Μα τους είχε περάσει για ξένους; Φαινόταν να μιλάει ελληνικά. Η κοπέλα του απάντησε καταφατικά κι εκείνος έδωσε εξηγήσεις στα αγγλικά ζητώντας συγνώμη που τους τρόμαξε. «Φοβηθήκαμε μην κάποιος χάθηκε στο βουνό…», είπε. Τι χαζή δικαιολογία! Τι άσχετο!

Το αγόρι κοίταξε καχύποπτα την κοπέλα του, αλλά άφησε κάτω την πέτρα που κουβαλούσε για άμυνα. Η συνοδηγός ξεκίνησε να λέει κάτι σε σπαστά ελληνικά, αλλά ο οδηγός τη σταμάτησε και συνέχισε τις δικαιολογίες στα Αγγλικά. Πως βρέθηκαν εκεί; Πάντως φαίνονταν εντάξει… Ήταν καλοντυμένοι, καθαροί, ευγενικοί, πέραν πάσης υποψίας. Ίσως ήταν τουρίστες, που είχαν μάθει λίγες λέξεις στα ελληνικά και απλώς πέτυχαν την προφορά; «Μωρέ, να τους φωνάξουμε μέσα να τους κεράσουμε ένα κρασάκι;», είπε το αγόρι. Αρκετά τρόμαξαν ο ένας τον άλλο, ήθελε να τους αποζημιώσει που προηγουμένως τους κυνήγησε με ρόπαλα και πέτρες! Οι ξένοι πάρκαραν το ενοικιαζόμενο αυτοκίνητο λίγο παρακάτω και με χαρά δέχτηκαν την πρόσκληση.

Ενθουσιάστηκαν με το κρασί, διηγήθηκαν την περιπέτειά τους στο ζευγάρι. Ήταν Γερμανοί, έμεναν σε ένα ξενοδοχείο εκεί κοντά κι είχαν πάει στον Μυκηναικό αρχαιολογικό χώρο. Μια ομάδα κυνηγοί έψαχνε για πέρδικες και παραλίγο να τους πάρουν τα σκάγια. Η κοπέλα ωστόσο ήταν ακόμη καχύποπτη ως προς τους περίεργους επισκέπτες. Το αγόρι αποφάσισε να κόψει καρπούζι, για να ολοκληρωθεί το κέρασμα. Έπιασε το μεγάλο μαχαίρι κι έβαλε όλη του τη δύναμη να το ανοίξει στα δυο. Ο Γερμανός θέλησε να τον βοηθήσει, πιάσανε την κουβέντα και με λίγη προσπάθεια κατάφεραν να χωρίσουν το καρπούζι στα τέσσερα. Η Γερμανίδα ήθελε να κάνει την ανάγκη της. Θα έπρεπε να πάει… στη φύση όμως, γιατί η καλύβα δε διέθετε τουαλέτα κι εκείνη η εξωτερική ήταν περικυκλωμένη από αγκάθια και πέτρες, το αγόρι δεν είχε προλάβει να καθαρίσει. Κάτω από τις πέτρες παραμόνευαν σκορπιοί, μικρούληδες, σχεδόν διάφανοι, στο χρώμα της άμμου, δεν τους ξεχώριζες στο μισοσκόταδο. Άσε που η τουαλέτα η εξωτερική, βρισκόταν προς την «απαγορευμένη περιοχή του σκοτεινού πηγαδιού». Η κοπέλα τα εξήγησε όλα αυτά στη Γερμανίδα (παρέλειψε να της πει τα περι νεκροταφείου βέβαια), όμως εκείνη επέμεινε από τη ντροπή της να πάει προς τα εκεί να κάνει την ανάγκη της.

Τελικά πήγε. Η ώρα περνούσε κι η Γερμανίδα άφαντη. Την φώναζαν αλλά εκείνη δεν απαντούσε. Οι δυο άντρες αποφάσισαν να πάρουν τον φακό και την λάμπα υγραερίου και να πάνε να την ψάξουν. Τώρα η κοπέλα είχε μείνει μόνη πίσω στο σπιτάκι, ένιωθε ένα σφίξιμο στο στομάχι, έναν ανεξήγητο κι απροσδιόριστο φόβο. 

No comments:

Post a Comment

Any comments?